Όσά χαν νά ρθουν ήσαν δώ: τά ψάρια, οι αύγές, τ' άμπέλι'
πάσα ενα μέ τήν τέχνη του, καθ' ένα σέ μιά στράτα'.
0 Μάης άνθίζει τά κλαριά, τ' άνθη νά κάνουν μέλι
καί τ' άστρα - κεί στόν ούρανό όλα μαζί μιά τράτα.
Κι ήμουν κι εγώ! Στή γής εδώ όπου δουλειά καί κρότοι,
έμένα ή ύπηρεσία μου στό τελωνείον ήτον:
-διασαφήσεις νά ίστορώ γιά «εν- κιβώτιον» ότι
«έκ ξύλου - ήτανε - κοινού» μ' «εν τούτοις και ούχ' ήττον».
Κι ήρθες καί σύ. Καί νά ή ζωή ξεφεύγει τού σκοπού της
γιά σένα ό Μάης τώρ' ανθεί, τ' άηδόνια στέλνουν ήχους
κι έγώ δίχως «κιβώτιον» και δίχως πιά «εν τούτοις»
μνέσκω τά τσαλιμάκια σου vά κάνω φώς καί στίχους...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου