Ολα τίποτα... Μαρία Νικολαου.

Κάποτε με κοίταξες και κοίταξες και τη θάλασσα.
Ύστερα χαμογελασες κι ειπες πως είμαι η θάλασσα σου.
Ή αερινη αύρα σου.
Κι όλα ξεκίνησαν.
Αναγγενηθηκαν.
Πόσο αλάτι κατάπια ψυχή μου.
Σε πόσο μπλε βουτηξαμε...
Μήπως ήταν λάθος που οι βέρες μας ήταν ασημένιες;
Μα πως αλλιώς θα περνούσε απαρατήρητη αυτή ή αγάπη...
Σσσσ...
Μα ποσο έρωτα σου έδωσα που έχω ακόμα...
Μεγάλωσες ψυχή μου...
Το είδα στο βλέμμα. Στις μικρές σου ρυτίδες.
Στα γκρίζα σου μαλλιά.
Μα πιο πολύ στη γκρίζα καρδιά σου.
Και σου είχα πει...
Είσαι τρελός; Που πας; Θα αλλάξει χρώμα ή καρδιά.
Θα χάσει το κόκκινο.
Μαύρισε.
Στάχτη έγινε.
Σκόνη σε Νότιο άνεμο.
Θολωσαν και τα κύματα.
Θόλωσε ή ζωή.
Κάποιος αναρωτήθηκε...
πως μπορείς να αγαπάς τόσο δυνατά 
τον ίδιο άνθρωπο χρόνια ολόκληρα...
Πόσο μάλλον όταν δεν είναι κοντά σου.
Μα τι λένε...
Τι ξέρουν αυτοί...
Τι έζησαν...
Την ηδονή της σάρκας;
Πόσες φορές;
Πενήντα, διακόσιες, χίλιες φορές;
Ε και;
Την ηδονή της ματιάς την έζησαν;
Της σιωπής;
Της μυρωδιάς;
Κι ερχεται μία θύελλα...
Δεν την περιμένεις.
Ποτέ δεν την περιμενες.
Είναι που ήμουν σίγουρη βλέπεις.
Κι ύστερα πήρε ή θάλασσα φωτιά.
Κάηκε.
Πνίγηκε σε μαύρο καπνό.
Κι έμεινα μόνη σε κόσμο ψεύτικο.
Σε λευκές φιγούρες.
Λευκά δέντρα.
Ξέρεις...
Για μένα το λευκό είναι θάνατος.
Ρίζα.
Δίχως υγρασία.
Δίχως φιλί.
Πως να ζήσουν τα χείλη χωρίς φιλί...
Την να την κάνω την μουσική αν δεν είσαι εσύ ή νότα της;
Τι να κάνω τα μάτια μου αν δεν τα ποτίζει το δικό σου δάκρυ...
Τίποτα.
Ολα τίποτα.
Όλα τίποτα.
Τιποτα.
Τίποτα.
Τίποτα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου