Ο Γυρισμός Από Την Ξενιτιά... Μάρω Πετρίνα.

Έπειτα από δέκα πέντε χρόνια επιστρέφω στο σπίτι μου. 
Δεν έχει αλλάξει τίποτα. Όλα είναι όμορφα όπως τα άφησα. 
Τα λουλούδια παντού ανθισμένα κ περικυκλωμένα γύρω 
κ παντού στην βεράντα κ στην ταράτσα του σπιτιού.
Όλα αυτά τα λουλούδια. Όλη αυτή η πρασινάδα είναι 
το φωτοστέφανο του πατρικού μου όπως είναι ενός Αγίου. 
Μου εμπνέει ασφάλεια κ σιγουριά.

Όμως δεν κρύβω ότι φοβάμαι. Φοβάμαι τι θα αντικρίσω 
μέσα όταν ξεκλειδώσω την πόρτα του σπιτιού μου. 
Άραγε οι γονείς μου, τα αδέρφια μου θα με γνωρίσουν 
ποιά είμαι ... το ξενιτεμένο τους πουλί ; 
Εγώ θα τους γνωρίσω που θα τους βρω με το άσπρο μαλλί; 
Κουρασμένοι με το μεροκάματο να με σπουδάσουν εκείνοι 
κ τα αδέρφια μου, κ εγώ μέρα, νύχτα στα πιάτα, 
γκαρσόνα κ σε νυχτερινή σχολή. Να ολοκληρώσω 
το όνειρο μου. Να πάρω το πτυχίο μου με άριστα. 
Να γίνω επιστήμονας πρώτου βαθμού ... να μην πάνε 
οι κόποι μας χαμένα, στα σκουπίδια κ να κλαίμε μια ζωή.

Θέλω κ αναζητώ της μάνας μου την αγκαλιά που έχω στερηθεί, 
το χάδι της, τα φιλιά της, να πέσω στην ποδιά της να κλαίω 
ώρες από χαρά ... να καλύψουμε, να αντικαταστήσουμε 
όλα αυτά τα χαμένα χρόνια ....
Να τρέξω στον ήρωα μου, την πρώτη μου αγάπη, 
τον μέντορα μου, τον πατέρα μου... να του δώσω ένα φιλί 
στο χέρι του για μιά ευχή. 
Μια αγκαλιά μεγάλη στοργική. 
Να του πω ένα μεγάλο ευχαριστώ για τις θυσίες του 
κ τις υπερωρίες του να σπουδάσω εγώ.

Όσο για τα αδέρφια μου, τι να πω ; 
Αυτά δεν πήγαν πουθενά. Έμειναν στην πατρίδα για να 
σπουδάσω εγώ. Οι δύο έχουν οικογένειες να θρέψουν 
κ να φροντίσουν, κ ο άλλος εκπαιδεύεται κ εργάζεται εδώ. 
Δύσκολα τα βγάζουν πέρα όμως πάντα κρατούσαν στο πλάι 
για μένα να στείλουν στο εξωτερικό.
Την ξενιτιά οποίος δεν την έχει γνωρίσει δεν ξέρει τι θα πει
Να είσαι μακριά από τους δικούς σου, ξένος μέσα σε ξένους. 
Κάθε στιγμή, ώρα, μέρα, νύχτα .... Κάθε γιορτή
Το άτιμο ρολόι κ ο χρόνος δεν σταματάει 
Κυλάνε τα χρόνια με τόσο ταχεία όπως το τρένο. 
Τα χρόνια γίνονται ένα Σαββατοκύριακο. Τόσο απλά.

Έφτασε η ώρα. Προχωρώ ένα βήμα μετά το άλλο με άγχος, 
αγωνία, λαχτάρα κ ευτυχία. 
Να τους κάνω την έκπληξη που περίμεναν μια ζωή.
Έφτασα στη πόρτα ξεκλειδώνω το λουκέτο. Βάζουν μια φωνή. 
Με βλέπει πρώτα η μάνα μου κ βγάζει με δάκρυα χαράς 
μια κραυγή «γύρισες κόρη μου στο σπίτι σου. 
Έλα στην μανούλα σου χρυσό μου παιδί... να σε αγγίξω, 
να σε αγκαλιάσω, να σου χαϊδέψω τα μαλλιά σου, 
τα ρόδινα μάγουλά σου. Έχεις γίνει θεά, ένα λαμπρό αστέρι. 
Μείνε όπως είσαι να σε καμαρώνω, να χαζεύω οσο αντέξω 
με σταυρό που κρατώ στο ένα χέρι.»

Ήταν όλοι εκεί. Μα τι περίεργο σαν τους Έστειλε Ο Θεός 
να επισκεφτούν τους γονείς μου για την έκπληξη επανένωση. 
Ευχαριστώ Τον Θεό κ Την Παναγιά που έφτασα μέχρι εδώ 
κ ανυπομονώ να προσφέρω με τις γνώσεις μου, τις 
δυνάμεις μου ότι μπορώ στην πατρίδα μου, Ελλάδα, που αγαπώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου