Ανυπαρξία κάθε ζωής,
σε ένα σύμπαν ακαθόριστο,
με μία μνήμη που φθίνει συνεχώς,
στο μέλλον που κινεί την γη το αόριστο.
Μάταια έργα που η λήθη τα σκοτώνει,
ως μέτρια που γεννούν αδιαφορία
μία κυρία με μπλε παλτό στην εκκλησία,
κι’ ο θάνατος που μας ανανεώνει.
Γυρνάς το πρόσωπο σου στον καθρέπτη,
είμαι εγώ; Ρωτάς με αγωνία,
σε λίγο το είδωλο σου θα σου γνέφει,
σαν τον ζητιάνο που έχει αράξει στην γωνία.
Πηγαίνεις πάνω κάτω περπατάς,
στον δρόμο τις κυρίες χαιρετάς,
κι’ αντιλαμβάνεσαι την πλήρη ματαιότητα,
που περιβάλει αυτήν την δόλια ανθρωπότητα.
Μηχανικές και οι κινήσεις που γεννάς,
ψωνίζεις, μαγειρεύεις, τρως, πεινάς,
πλένεις πάντα τα πιάτα κάθε μέρα,
μέχρι ο θάνατος να σ’ εύρη μίαν εσπέρα.
Τότε άλλοι θα πλένουνε,
τα πιάτα της ζωής τους,
συνεχίζοντας να παίζουνε στην ίδια τραγωδία,
ηθοποιοί μηδαμινοί με μέτρια αξία.
Κι’ εσύ θα ξεχαστείς σαν το πουλί,
που έφυγε και έφτιαξε φωλιά σε άλλη γη,
με μόνο σίγουρο που έχει σημασία,
την ομίχλη που την λένε ανυπαρξία.-
...Μιχαήλ Αβούρης...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου