Άφησα την ψυχή μου να ταξιδέψει,
Πέτα, τής είπα, φύγε, εσύ μπορείς,
άνοιξε τα φτερά σου,
κανείς δεν μπορεί να σε σταματήσει.
Με κοίταξε κατάματα,
σε ρίγανες,σε τσάι του βουνού,
σε μυρτιές και πεύκα μυροβόλα,
σε θυμάρι και μαγιοβότανα.
Γίναμε κομμάτι της πλαγιάς,
αφήσαμε τον αγέρα να περάσει πάνωθέ μας
μα και εντός μας,κυλιστήκαμε
στις πευκοβελόνες,
γατζωθήκαμε σε ανθισμένα σπάρτα,
κλάψαμε, γελάσαμε,νοσταλγήσαμε,ποθήσαμε.
Πρέπει κάποτε να λογαριαστούμε, μου είπε,
μα όχι τώρα ,
που με τόση ευκολία είπες φύγε,
όχι τώρα που τόσο με χρειάζεσαι,
γιατί με χρειάζεσαι, το ξέρω.
Δεν μίλησα,
Η ψυχή μου πάντα ξέρει περισσότερα
από όσα εγώ παραδέχομαι,
από όσα ποτέ θα ομολογήσω.
Ένα κουκουνάρι έπεσε στα πόδια μου,
κι ένα άνθος από σπάρτο,με φίλησε στο στόμα.
Ο αγέρας με αγγίζει απαλά,
μου ψυθιρίζει λόγια ακατάληπτα,
ένας γρύλος έπιασε παραπονιάρικο σκοπό,
για μιά αγάπη που δεν πρόλαβε, η ,
δεν τόλμησε να ζήσει.
Γνωστός μου φάνηκε, σαν κάποιο τραγούδι
που μου φέρνει στα μάτια υγρασία.
Σαν μιά ταινία που με απογοητεύει
γιατί περιμένω άλλο τέλος.
Σαν μιά δυνατή ανάμνηση,
που ξέρω ότι δεν την έζησα ποτέ
και όμως είναι καταδική μου.
Ο ήλιος μου έκλεισε το μάτι,
και κρύφτηκε πίσω από το βουνό.
Πάμε; Ρώτησε η ψυχή μου και μου έδωσε το χέρι.
Μείνε, είπα,
Ώσπου να βγουν τα πρώτα άστρα,
Ώσπου να μου χαμογελάσει η σελήνη,
Ώσπου να με αγκαλιάσει το θυμάρι,
Κτενά Ρούλα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου