Εγώ τόσα της έλεγα και τη παρθένα πήρα.
Τη πλάγιασα σιγά-σιγά στα χόρτα τ’ ανθισμένα,
τύλιξα το γυμνό κορμί στη μαλακή μου χλαίνη,
η αγκαλιά μου σφάλισε τριγύρω στο λαιμό της.
Τη πλάγιασα σιγά-σιγά στα χόρτα τ’ ανθισμένα,
τύλιξα το γυμνό κορμί στη μαλακή μου χλαίνη,
η αγκαλιά μου σφάλισε τριγύρω στο λαιμό της.
Κι έτρεμε απ’ το φόβο της σα το μικρό λαφάκι,
που τρέχει και το κυνηγούν οι κυνηγοί στο δάσο.
Κι η πεθυμιά του έρωτα σφίγγοντας τη καρδιά
σα σύννεφο πελώριο μου τύλιξε τα μάτια
κι έκλεψεν απ’ τα στήθια μου τη πιο γλυκιά πνοή.
που τρέχει και το κυνηγούν οι κυνηγοί στο δάσο.
Κι η πεθυμιά του έρωτα σφίγγοντας τη καρδιά
σα σύννεφο πελώριο μου τύλιξε τα μάτια
κι έκλεψεν απ’ τα στήθια μου τη πιο γλυκιά πνοή.
Αρχίλοχος... Ο αρχαιότερος λυρικός ποιητής της Ευρώπης
γεννημένος στην Πάρο έγραφε γύρω στο 690πΧ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου