Το πνεύμα μου ανήμπορο -- κι η χωματένια φύση μου
Βαραίνει πάνω μου σαν ύπνος αθέλητος,
Και κάθε απόκρημνη φανταστική κορφή
Της θείας δοκιμασίας ορίζει μου πως πρέπει να πεθάνω
Σαν αετός αδύναμος που ατενίζει τους αιθέρες.
Ακόμη και το κλάμα πολυτέλεια περιττή,
Που κύριος δεν είμαι των ανέμων
Για ν'αντικρίζω της αυγής το πρώτο μάτι.
Τέτοιες θολές ιδέες του μυαλού
Δένουν την καρδιά με του ανείπωτου φθόνου τα δεσμά.
Ετσι και τούτα εδώ τα θαύματα πόνο φέρνουν. Γιατί η
Ελληνική δόξα χάνεται στου σκληρού Γερο-Χρόνου το διάβα
Σε μιας θάλασσας το κύμα --
Σ'ενός Ηλιου -- σκιά της δόξας.
Συχώρα με, Χέιντον, που δύναμη δεν έχω
Να μιλήσω για τούτα τα δοξασμένα πράγματα.
Συχώρα με που του Αετού δεν έχω τις φτερούγες --
Και το τι θέλω δεν ξέρω πού ν'αναζητήσω:
Σκέψου πως δεν έχω ηρεμία
Ν'ακλουθήσω τους κεραυνούς
Ούτε καν ν'ανεβώ στις πηγές του Ελικώνα,
Ημουνα εγώ τόσο δυνατός για τέτοιο τερατούργημα --
Σκέψου πάλι πως όλοι τούτοι οι αριθμοί θα'τανε δικοί σου
Ποιανού άλλου κτήμα; Παρά αυτουνού που τα πόδια σου αγγίζει;
Γιατί όταν οι άνθρωποι τα θεϊκά τούτα έργα ατενίζανε
Καχύποπτα, με μάτια αμφιβολίας,
Εσύ ένιωσες στο φέγγος της Εσπερίας
Το αστραποβόλημά τους στην Ανατολή και τα λάτρεψες.
Τζον Κητς... Αντικρίζοντας τα Ελγίνεια Μάρμαρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου