Μια φυσαρμόνικα έχει στα χείλη κολλημένη
και μια ρυτίδα χαραγμένη στο μέτωπο βαθιά.
Είναι η καρδιά του από πόνο αποσταμένη
και η ζωή του, ποτισμένη από δάκρυα πολλά.
Είναι στημένος στη γωνιά, μονάχος μέσ' στο κρύο,
Ο αγέρας παίζει, κρύβεται,στα άσπρα του μαλλιά
Κάποτε, παλικάρι ήτανε,με κέφι και με μπρίο
κι είχε μια αγάπη ,ζηλευτή ,με σπάνια ομορφιά.
Δούλευε σε γκαζάδικα και πήγαινε ταξίδια,
σε μέρη που δεν έλπιζε ποτέ πως θα βρεθεί
Πολλές φορές μέσ' στο μυαλό,τρυπώνανε τα φίδια
πού του'λεγαν πως άδοξα κάποτε θα χαθεί.
Έφερνε στην αγάπη του,χίλιων λογιών στολίδια
και ιστορίες της έλεγε σαν ήταν αγκαλιά
Στα μάτια της ,γιαλίζανε διαμάντια τ' άστρα, ίδια
με ' κεινα που φωτίζανε τη νύχτα στα ανοιχτά.
Σ' ένα λιμάνι κάποτε,στην μακρινή Ασία,
ήρθε και στάθηκε πλάι του,αμούστακο παιδί
Έπαιζε φυσαρμόνικα, φίνα,με μαεστρία
κι από τα μάτια του έτρεχαν τα δάκρυα βροχή.
Του είπε, πάρε με μαζί,να γίνω παραγιός σου,
εδώ δεν έχω τίποτα, μαρτύριο η ζωή.
Θα σου δουλεύω για να ζω, ίσκιος θα'μαι δικός σου,
στην μοναξιά τις νύχτες,θα σου παίζω μουσική.
Μα η θάλασσα,τον μάγεψε,σάλεψαν τα μυαλά του,
γοργόνες όλο έβλεπε, κρυφά να του γελούνε
Τα μαύρα κοίταγε νερά και μόνη συντροφιά του,
είχε την φυσαρμόνικα και σκέψεις που πονούνε.
Γύρισε πίσω ο ναυτικός,με θλίψη στη ματιά,
είχε στην τσέπη του βαθιά, κρυμμένο φυλαχτό.
Μια φυσαρμόνικα έμεινε, πικρή παρηγοριά,
από ένα ταξίδι,που έμελλε,να είναι το στερνό.
Σαν γύρισε στο σπίτι του, κακό είδε σημάδι,
κανείς δεν τον περίμενε,η αγάπη είχε χαθεί.
Την πήρε ο Χάρος του είπανε, έμεινε το σκοτάδι,
ρημάζοντας ακόμη μια φορά,τη δόλια του ψυχή.
Τρέχει από τότε, κρύβεται στης νύχτας την αλέα,
παίζοντας φυσαρμόνικα,ξορκάει την μοναξιά.
Έγινε ο ίσκιος αδελφός κι ο άνεμος παρέα,
Κτενά Ρούλα

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου