Λεβεντογενιά Ήπειρο , βασανισμένη μάνα.
Θύμα ανδρείκελων ταγών ,της ψυχής μου τάμα.
Φόρεσα ασπίδα τη ζωή κι αποσκευές την πίστη.
"Νεκρή νησίδα" διέσχισα, ξεφεύγοντας τ'αγκίστρι.
Την τόλμη κληρονόμησα της Μαύρης Ρίζας τ' ήθος.
Μοιάζει η ζωή με νόμισμα , γλυκιά κι αιχμηρό ξίφος.
Βουρκόνερα δρασκέλησα , τα υπόγεια της φρίκης
Τα αηδόνια μ' αποκάλυψαν ,της λευτεριάς την πύλη.
Τις παρυφές της Ρίζας , σηκώνω λάβαρο αντρείας.
Στις "λόγχες" αντιστάθηκα, της βάναυσης εξουσίας.
Σκαρφάλωσα τα βράχια σου, με τα φτερά κομμένα.
Χαράκωσα τα σπλάχνα μου, στης πάλης την αρένα.
Φύσηξε άνεμος σφοδρός τα έκανε γυαλιά καρφιά.
Παρέλυσε το Ριζικό το κάλυψε μαύρη συννεφιά.
Η προδοσία μ' έπνιγε, άλυτος βρόχος στο λαιμό.
Την πρόοδο στραγγάλιζε και η ζωή σε μαρασμό.
Πέρασα άγριες θύελλες , σε βάλτους κι εξορίες
Στις φλέβες μου κυλήσανε η τόλμη και οι θυσίες.
Λαμπάδιασε μες την ψυχή. της λευτεριάς η σπίθα.
Με πλήγωσε κι αιμορραγεί του τρόμου η συνήθεια.
Σε ικετεύω Παναγιά μου , στην αίσια λύτρωση μας.
Ταμπούρλο παίζει η καρδιά, η νύχτα της φυγής μας.
Με παπαρούνα μοιάζει η γη, την πότισε αθώο αίμα.
Ο λογισμός , ταξιδευτής στο μακελειό της Γλύνας.
Πύλες αγκάθινες νεκρές , του "Βοριά" τα χτένια.
Προδότες τις ανέγειραν τις έβαψαν με αίμα.
Μα δεν λογίζομαι στιγμή , φλέγομαι στο ρίγος.
Του ψεύδους η πολιτική, κατέρρευσε σαν πύργος.
Ασπάστηκα τους αετούς σ' ηλιόλουστους αιθέρες.
Δεν φυλακίζεται ο νους, σκλάβος με χειροπέδες.
Γενέτειρα μου έχε γεια ,εισπνέω αέρα λευτεριάς.
( Το ποίημα είναι αφιερωμένο στο Χρήστο Λέκκα ,
ένα από τα τρία παλικάρια της οικογένειας Λέκκα
από τη Γλύνα της Β. Ηπείρου ).
Ντίνα Μήλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου