Της Άνοιξης σκέρτσο... (Κυριάκος Κάππα)

Σαν ήλιος ξεπρόβαλες μες’ τον χειμώνα, 
της ψυχής μου τον κρύο τον σκοτεινό. 
Της Άνοιξης σκέρτσο, 
λευκή ανεμώνα, 
στην μοίρα μου έδωσες καινούργιο σκοπό.

Ξάφνου αισθάνθηκα κι εγώ ζεστασιά, 
και φωτός ηλιαχτίδα, 
φανταχτερή. 
Όχι γιατί ‘χαν ανάψει κάπου φωτιά, 
μα επειδή νόημα απέκτησε, 
κι η δική μου ζωή.

Τι ‘ναι αυτό σκέφτηκα που μου συμβαίνει, 
υπάρχουνε άραγε άγγελοι πάνω στην γη; 
Κάπου η σκέψη μου θαρρώ με πηγαίνει, 
αγάπη μου έλεγε, αυτό πάει να πει.

Ποτέ δεν μου δόθηκε, κι από κανένα, 
μα ούτε κι εγώ μπόρεσα, ποτέ να την δώσω. 
Εμείς δεν την θέλουμε, 
κράτησέ την για σένα, 
την οργή στην φωνή τους μπορούσα να νοιώσω.

Αγαπήστε με σεις, 
τότε αν θέλετε αδέρφια, 
μεσ’ του νου την απόγνωση, μοναχός μου παλεύω. 
Σαν δούλος μήπως θέλετε, 
να σας κάνω τα κέφια, 
δεν μπορώ την αγάπη σας, 
ζητιανιά να γυρεύω.

Γι αυτό της Άνοιξης σκέρτσο, 
στην αρχή δεν κατάλαβα, 
πως αγάπη μόνο φώλιαζε, 
στο αγνό σου το βλέμμα. 
Απ’ τα χέρια σου τ’ άμωμα, 
την αλήθεια μετάλαβα, 
δισκοπότηρο άγιο, 
της ψυχής σου το στέμμα.

Φύτρα μικρή κι όμορφη, 
τρυφερή σαν σε γνώρισα, 
και το μόνο που γύρεψες, 
την οδό μου να ισιώσεις. 
Τώρα λουλούδι πανέμορφο, 
και κυρά και αρχόντισσα, 
ευωδιά στον κόσμο ολάκερο, 
αν το θέλεις, έχεις να δώσεις

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου