"Βγάλ' τον Καημό Σεργιάνι"... Βίλλυ Χρυσού.

-Έγειρε και ανέσυρε απ' το μπαούλο μνήμες.
Των χρόνων κείνων των παλιών,
των πεινασμένων χρόνων.
Ήταν παιδί, και ντρέπονταν να περπατάει με παντελόνι τρύπιο.
Τα χέρια έβαζε πίσω του, να μη φανεί η φτώχια.
Παράπονο, στα μάτια του κι ένα "γιατί"; μεγάλο.
"Κι εσύ βρε κότα, δε γενάς, ένα αυγό να πάρω!
Για ν' αγοράσει η μάνα μου κλωστές για να το ράψει!"
Κι αυτή, στην τόση απόγνωση - μαύρη, η σκέψη που έκανε -
η δόλια του η μάνα, με στάχτη ζύμωσε νερό
και του 'δωσε να φάει, για να χορτάσει η
πείνα του...για να μην κλαίει τα βράδυα.
Έξη αδερφάκια έφαγαν, κι αυτό, το τελευταίο,
δεν πρόλαβε το μερτικό κι έκλαψε το χαμό τους
μαζί με τη μανούλα του.
Πέθαναν χορτασμένα...
"Βγάλ' τον καημό σεργιάνι, σε κάθε νου, κάθε πληγή,
αυγή να ξημερώνει, κορίτσι μου" μου 'λεγε εκείνο το παιδί
- γέροντας πια - σαν τον επισκεφτόμουν
στα τελευταία του δειλινά, εκεί ψηλά στον Όλυμπο.
Γερμένος στο μπαλκόνι του, μου χαμογελούσε...
Ακόμα, χαμογελάει ο μπάρμπα Κώστας...
Χόρτασε, άραγε ποτέ;...
Οι πεινασμένοι όλης της γης, μ' ένα, "γιατί"; πεθαίνουν...
Πικρή, Αληθινή Ιστορία... 24 Ιουνίου "23
Βίλλυ Χρυσού
*Η φωτογραφία από το Pinterest

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου