Κίνησαν τα καρβάνια τα Ζαγοριανά,
Κίνησε κι ο καλός μου, πάει στην ξενιτιά,
Δώδεκα χρόνους κάνει χώρς απολογιά·
Κι απάν' σ' αυτόν τον χρόνο στέλνει απολογιά
Κίνησε κι ο καλός μου, πάει στην ξενιτιά,
Δώδεκα χρόνους κάνει χώρς απολογιά·
Κι απάν' σ' αυτόν τον χρόνο στέλνει απολογιά
Κι ένα χρυσό μαντήλι, μ' είκοσι φλοριά,
Και στο μαντήλι μέσα μια πικρή γραφή:
Κι έλεγε του καλού μου η πικρή γραφή.
«Θες, κόρη μου, παντρέψου, θες καλογέρεψε!
Και στο μαντήλι μέσα μια πικρή γραφή:
Κι έλεγε του καλού μου η πικρή γραφή.
«Θες, κόρη μου, παντρέψου, θες καλογέρεψε!
Τι εδώ που 'μ' ο καημένος, επαντρεύτηκα,
Επήρα μια γυναίκα κόρη μάγισσας,
Μαγεύει τα καράβια, δεν κινούν γι' αυτού
Με μάγεψε κι εμένα, δεν κινώ κι εγώ.
Μαγεύει τα καράβια, δεν κινούν γι' αυτού
Με μάγεψε κι εμένα, δεν κινώ κι εγώ.
Όντας κινώ για να 'ρθω, χιόνια και βροχές,
Όντας γυρίζω πίσω, ήλιος ξαστεριά.
Ζώνομαι τ' άρματά μου, πέφτουν κατά γης,
Πιάνω γραφή και γράφω, και ξεγράφεται!»
Όντας γυρίζω πίσω, ήλιος ξαστεριά.
Ζώνομαι τ' άρματά μου, πέφτουν κατά γης,
Πιάνω γραφή και γράφω, και ξεγράφεται!»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου