Τον γνωρίζετε το Μάρτη,
τον τρελό και τον αντάρτη;
Ξημερώνει και βραδιάζει
κι εκατό γνώμες αλλάζει.
Βάζει η μάνα του μπουγάδα,
σχοινί δένει στη λιακάδα,
τα σεντόνια της ν’ απλώσει,
μια χαρά να τα στεγνώσει.
Νά που ο Μάρτης μετανιώνει
και τα σύννεφα μαζώνει
και να μάσει η μάνα τρέχει
τα σεντόνια, γιατί βρέχει!
Ξημερώνει και βραδιάζει
κι εκατό γνώμες αλλάζει.
Βάζει η μάνα του μπουγάδα,
σχοινί δένει στη λιακάδα,
τα σεντόνια της ν’ απλώσει,
μια χαρά να τα στεγνώσει.
Νά που ο Μάρτης μετανιώνει
και τα σύννεφα μαζώνει
και να μάσει η μάνα τρέχει
τα σεντόνια, γιατί βρέχει!
Νά ο ήλιος σε λιγάκι,
φύσηξε το βοριαδάκι,
κι η φτωχή γυναίκα μόνη
τα σεντόνια ξαναπλώνει.
Μια βροντή κι ο ήλιος χάθη
μες στης συννεφιάς τα βάθη,
ρίχνει και χαλάζι τώρα,
ποποπό, τι άγρια μπόρα!
Ώς το βράδυ φορές δέκα
άπλωσε η φτωχή γυναίκα
την μπουγάδα, κι όρκο δίνει
Μάρτη να μην ξαναπλύνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου