Μια φορά και ένα καιρό ήταν ένα παλικάρι...

Μια φορά και ένα καιρό ήταν ένα παλικάρι
που την κόρη π’ αγαπούσε δεν τον άφηναν να πάρει.
Τι να πάρεις απ’ αυτήν που δεν έχει ούτε προίκα
πες όχι στην ξεβράκωτη και άλλη εγώ σου βρήκα.

Αυτή που σαν νοικοκυρά αυγά ξέρει να βράζει
με νάζια και καμώματα την σκέψη σου ταράζει.
Μάνα χάνω το μυαλό μου δεν αντέχω μακριά της
πάψτε όλοι να μου λέτε μόνο ελαττώματα της.

Εγώ και ο πατέρας σου γνωρίζουμε καλύτερα
τον θάνατο που έρχεται και θα μας πας πρωτύτερα.
Πήρε ο νέος τα βουνά για να γίνει ερημίτης
και απόφαση το πήρε δεν θα είναι πια μαζί της. 

Χρόνια πέρασαν πολλά στα απόμακρα τα Όρη
Και μια μέρα ξαφνικά πέρασε από κει η κόρη.
Ορκισμένος για εργένης ήταν πια το παλικάρι
χίλια κόρτε κάνει η κόρη μα αυτός ούτε χαμπάρι.

Αγανάκτησε η κόρη και ρωτά το παλικάρι…
Άσχημη πολύ σου μοιάζω ή τα χρόνια έχουν πάρει;
Ούτε άσχημη σε βρίσκω ούτε και γεροντοκόρη,
για ζήσουν οι δικοί μου έχω πάρει εγώ τα Όρη.

Έτσι πέρασαν τα χρόνια ξέχασα να αγαπάω,
και για έρωτες κι αγάπες στο χωριό δεν ξαναπάω.
Κλαίει η κόρη και σπαράζει μα ανένδοτος ο νέος,
την καρδιά του δεν ταράζει ούτε προκαλεί το δέος.

Δεν μας έφταιξαν οι κόρες ούτε και τα παλικάρια
πρώτα έφταιξε το σοι που ‘χε τα κακά γλωσσάρια,
που ενώ δεν έχουν κόκαλα τα κόκαλα τσακίζουν
που βρίσκουν ελαττώματα συχνά να σου θυμίζουν.

Δες τους γονείς π’ αφήσανε παντέρμο παλικάρι
αντί εγγόνια βάσανα και πίκρα έχουν πάρει, 
μες τα βουνά θα ψάχνουνε τώρα τα παλικάρια τους
κι’ ένα ψαλίδι κοφτερό να κόψουν τα γλωσσάρια τους.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου