Η μουσική της κιθάρας σταμάτησε
κι ο άντρας που λίγο πριν, ήταν παιδί,
την πόρτα -φεύγοντας- βρόντηξε πίσω του.
Κι ότι ακουγόταν, ατέλειωτο ,
νερού κελάρυσμα, έμοιαζε τώρα,
ήχος πολυβόλου, ριπές.
Βήματα στη σκάλα που βαριά ξεμακραίνουνε
κι ένα μωρό που τρομάζει,
τ' ακούω να κλαίει.
Στο παλιό το υπόγειο δωμάτιο ,σιγανά,
ένα πιάνο στη γωνία θρηνεί
κι η κιθάρα του σκουπίζει τα δάκρυα.
Μια μυρωδιά καπνού πλανιέτσι στον αέρα
κι οι νότες ξεχασμένες στο χαλί
σαν σκουπίδια φαντάζουν.
Ένας κόσμος μικρός, φωτεινός,
απ' το παλιό σκοτεινό το υπόγειο
ξεχύθηκε, πέταξε σαν πουλί
τρομαγμένο στο δρόμο,
ξεχνώντας εκεί μέσα ιδέες και όνειρσ,
φαντάσματα ντυμένα
Συλλογή Σκοτεινά Μονοπάτια
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου