Με νωχελικότητα και δίπλα από το τζάκι,
στέκεται στρουμπουλό παιδί με χρώμα ροδαλό
στα χείλη του τα κόκκινα, στάζει λευκό σιρόπι
απ'το γλυκό που έφαγε στο πλούσιο πρωινό.
Το κυνηγάει η μάνα του συνέχεια για να φάει
λές και για τα Χριστούγεννα θρέφει το χοιρινό
ταμπούρλο η κοιλίτσα του, συνέχεια την κρατάει
μην τάχα και του κλέψουνε κρυφά τον θησαυρό.
Στέκει ένας γύπας έτοιμος για να κατασπαράξει
κάτι που μοιάζει με άνθρωπο, πεσμένο καταγής
πρησμένη μόνο μια κοιλιά ,με αέρα είναι γεμάτη
είναι η σκιά ενός παιδιού,στην γη της Αφρικής.
Φορά διαμάντια η μαντάμ,στο θέατρο να πάει
λαμποκοπούν,αστράφτουνε,σε βυσσινί λαιμό
ένα παιδί στο Νίγηρα με αίμα τα έχει βγάλει
με δάκρυα τα έπλυνε,πριν σωριαστεί νεκρό.
Ένας ζητιάνος στέκεται , έχει σκυφτό κεφάλι
μη τάχα και φανερωθεί στα μάτια του η ντροπή
πατάει το πούρο στρέφοντας ο κύριος απ'την άλλη
κουράστηκε στην πόρτα του,να στέκουν οι φτωχοί.
Βγάζει το σκάφος σήμερα ,έχει ωραία μέρα
πήρε και την παρέα του να βγούνε στα ανοιχτά
σε μία βάρκα φουσκωτή βουλιάζουνε πιο πέρα
παράνομοι αλλοδαποί,κι εφτά, οχτώ παιδιά.
Κλωτσάει με λύσσα το σκυλί έξω από την παράγκα
θύμωσε ο γύφτος και κοιτάει με μίσος το παιδί
Άλλη μια μέρα πέρασε χωρίς να φέρει φράγκα
τσάμπα το άφησε γυμνό,να τρέμει στην βροχή.
Τρίβει και τρίβει το κορμί μέχρι που να ματώσει
μα ακόμη ζέχνει απάνω της η λίγδα του μπεκρή
Κλαίει μοναχή στην κάμαρη μέχρι να ξημερώσει
και βλαστημάει που αδύναμη στον κόρφο έχει ψυχή.
Έχτισε σπίτι στο βουνό με θέα στο ακρογιάλι
γύρω τριγύρω έλατα και πεύκα και μυρτιές
Ακόμα σιγοκαίγεται, κερί στο μανουάλι
μαζί με αυτόν καήκανε ανύποπτες γριές.
Χάθηκαν στα λασπόνερα τα όνειρα που κάναν
το σπιτικό τους γκρέμισε βούρκος ο ποταμός
Το δάσος άδειο έμεινε,τα δέντρα τα ξεκάναν
βουλιάζουνε στην άβυσσο , σαν κλαίει ο ουρανός.
Στέκει χαμένος στην γωνιά, κοιτά χωρίς να βλέπει
τα μάτια του γυαλίζουνε χωρίς να έχουν φώς
Τρεκλίζει,κοντοστέκεται,τα χέρια έχει στην τσέπη
μια άσπρη σκόνη αναζητά ,να νιώσει ζωντανός.
Πάνω απ' τον ώμο του κοιτά καθώς βαδίζει μόνος
κάνει προσπάθεια να κρυφτεί ,δεν θέλει συντροφιά
Σε κάθε βήμα του μπροστά ή πίσω του έχει όμως
παρέα ανεπιθύμητη ,και επίμονη σκιά.
Μέσα στου κόσμου το βαθύ και ατέλειωτο σκοτάδι
ακούγεται γλυκιά φωνή και γέλιο ενός μωρού
Υπάρχει ελπίδα νικητές να βγούμε απ' του Άδη
Τιμή μου η ανάρτηση του ποιήματός μου στο υπέροχο μπλογκ σας κύριε Χαραλαμπάκη!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστώ πολύ!!