Στην άδεια απεραντοσύνη, χειροπιασμένοι,
με τα δάχτυλα μας πλεγμένα, αναπαλαιωμένοι
στα απόνερα των σωμάτων μας
στην πιο κόσμια χαρά της αίθουσας
των αναμνήσεων, εσύ, εγώ ,εμείς.
Με έναν καυτερό ήλιο ανάμεσα μας
να χρυσίζει τα μαλλιά μας
και μεις ,να λάμπει ο ένας για τον άλλον
ερωτευμένοι και αναπαλαιωμένοι,
μέσα στις σκόνες του παρελθόντος.
Εσύ ,εγώ ,εμείς είμαστε ρώγες σταφυλιών ,
στάζουμε μούστο ορμής του αναπαλαιωμένου
έρωτα,μέσα σε κονσέρβα ευτυχίας.
Εσύ ,εγώ ,εμείς, μια πλαστουργός φωνή
τον ύπνο μας λογικεύει, όταν ο πόθος
απαρηγόρητος ,σαν μινιατούρα
καταλαγιάζει σ' ένα ποτήρι
με μπρούσκο αναπαλαιωμένο κρασί.
Εσύ ,εγώ ,εμείς, στα έγκατα του χρόνου
μιλάμε όπως και πριν
νοσταλγούμε όσα δεν είπαμε
και φοράμε το αναπαλαιωμένο παρελθόν,
τώρα όμως όλα τα καταπίνει η ονειροπόλα
ομίχλη στην κοιλάδα της σιωπής.
Άλλαξες πλευρό σκεπάστηκες με το πούπουλο
της υπομονής μου ,έμεινα με τα μάτια ορθάνοιχτα
στο πατητήρι τ' ουρανού, μοιράστηκα
τα θροΐσματα της ορμής μου με την αειθαλή μοναξιά
των άστρων και μαχαίρωσα
την αμφιβολία των ονείρων του εγώ.
Έτσι δεν ενοχλήθηκε το καθημερινό εσύ
ούτε και ο ιδρώτας του εγώ,
ΧΑΡΗΣ ΠΑΠΑΣΑΒΒΑΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου