H ζωή μου δεν είχει καμμία σχέση με τα όνειρά μου...
Τα αγνοούσε παντελώς θαρρείς ή εκείνα δεν την
καταδέχονταν καθόλου. Όμως κάθε βράδυ που έπεφτα
για ύπνο όλα άλλαζαν... Όλες οι ισορροπίες της ημέρας
χάνονταν μυστηρικά. Μεταφερόμουν σε μια άλλη κατάσταση
ονειρική, πολύ αλλιώτικη από αυτήν που ζούσα τη μέρα.
Ήταν φωτεινή και λαμπερή, χτισμένη ψηλά σαν
να κρεμόταν στον αέρα! Έβλεπε τους ορίζοντες ανεμπόδιστα...
Σ΄εκείνη τη διάσταση ένιωθα υπέροχα.
Πετούσα σαν πουλί σαν φτερό στον άνεμο ή σαν ευχή!
Ύστερα χαμήλωνα λίγο ζυγιάζοντας πάνω από στενά σοκάκια,
ανάμεσα από τοιχάκια άσπρα ζαχαρένια που προχωρούσαν
ελικωτά ανάμεσα σε σπιτάκια μικρά κουκλίστικα που
έμοιαζαν να είναι ξωτικών, σειρήνων γοργόνων!
Χρωματισμένα αχνογαλάζια, λουλακί έμοιαζαν περιστεριώνες
που ανταύγαζαν τον ουρανό! Σ' αυτή την καστροπολιτεία
που κάποτε κάθονταν πάνω σε νερά και δάση, περιπλανιόμουν
όλες τις αφέγγαρες νύχτες! Ήθελα να έρθει το βράδυ
για να τη δω και να τη σεργιανίσω... Ήταν το καταφύγιο μου.
Χρόνια ολόκληρα την έψαχνε η ψυχή μου... Έψαχνε κάπου
να βρει τη μαγική κρυψώνα των παιδικών μου χρόνων.
Άραγε υπήρχε κάπου αυτή η Παραμυθοχώρα ή ζωντάνευε μόνο
στα όνειρά μου ; Ήταν ένας τόπος μαγικός που καταργούσε
την ευθεία γραμμή και την προοπτική.Εκεί κυριαρχούσε
η απαλότητα των κυματιστών απαλών καμπυλών.
Τα όνειρά μου τα ζωγράφιζα καθώς ξεπηδούσαν από κάποια
πηγή του ασυνείδητου. Καθώς μεγάλωνα δεν ξέχασα καθόλου
τη χώρα των παιδικών μου ονείρων, όπως θα περίμενε κανείς.
Αρνήθηκα να ενηλικιωθώ κι έμεινα συνειδητά στην πιο
τρυφερή κρυψώνα της αθοώτητας. Επέλεξα να ζω πετώντας
ανάλαφρα πάνω από μιζέριες και μικρότητες που με το που
τις άγγιζες σε πλήγωναν. Όποτε πικραινόμουν στη χώρα
των ενηλίκων, έτρεχα στο λιόλουστο καταφύγιο μου,
πότε ζωγραφίζοντάς το σε πέτρες και καναβάτσο, άλλοτε
σε χαρτί και κάποτε με τη πένα το περιέγραφα
σαν να το έβλεπα και να το ζούσα. Στεκόταν κτισμένο
πάνω σε μαρμαρένιους βράχους, μικρό, ταπεινό αλλά
μεγαλειώδες ανάμεσα σε ουρανό και θάλασσα.
Ανταύγαζε η φωτεινότητά, η λάμψη του στον ήλιο
και γινόταν μεταφυσική στο πορφυρένιο δείλι
καθώς μάτωνε η μέρα... Θεέ μου τι συγκίνηση ένιωθα
κάθε που με τύλιγε ή αύρα του. Σαν να έβγαζα φτερά
ένιωθα πως όλο αλάφραινα κι αλάφραινα και πέταγα
σαν γλάρος που χόρευε με πανιά και ξάρτια, με συννεφάκια
Τότε η φαντασία μου γκρέμιζε καθε όριο, κάθε τι υπαρκτό
κι ανώφελο, κάθε εμπόδιο, κάθε κανόνα αταίριαστο στο χώρο
του ονείρου τον ιερό και τον παντοδύναμο. Η αίσθηση της
Ελευθερίας ήταν ανείπωτη, γλυκιά και τόσο μεθυστική...
Τότε πρωτόμαθα πως κανένα όνειρο δε φυλακίζεται,
αλλά ξεψυχάει αν δεν πιστεύεις στα θαύματα.
Η ψυχή μου λες και είχε στοιχιώσει στην ονειρική πολιτεία
που έφιαξα για μένα, ίσως και για κάποιον αλλον
που δε συνάντησα ακόμα.... Μα στάθηκα τυχερή,
τυχερή τα μάλα!Ο Θεός έφιαξε μια ολόιδια ομορφιά σαν
την ονειρική μου καστροπολιτεία. Την έκανε να πλέει
πάνω στα γαλάζια νερά του Αιγαίου... Τη γέμισε θυμάρι,
σχίνους,φασκομηλιές και την τύλιξε στο αφροκύμα!
Άρχισα να υμνώ το δημιούργημά Του γραφοντας στίχους κι
αράδες για την ιστορία του. Να λέω θρύλους και μύθους του.
Τρελλή κι αλλοπαρμένη τρέχω κάθε τόσο να συναντήσω
αυτό το νησί για να ζήσω το όνειρο, το παιδικό, το εφηβικό.
Να ανασάνω την αύρα του για να αντέξω να παλέψω τους
πειρατές της ζωής μου... Ο πόθος γι΄αυτή τη συνάντηση
όλο και μεγαλώνει καταπίνοντάς βουλιμικά κάθε άλλον!
Φτάνει μέχρι τη σύγκρουση με την πραγματικότητα.
Όταν ο πόθος έχει προορισμό μπορεί η απομυθοποίηση
να είναι τόσο έντονη που να επισκιάσει την αρχική
ένταση της επιθυμίας. Όμως εδώ δεν υπάρχει τέτοιος φόβος.
Η προσέγγιση του προορισμού δυναμώνει έναν περίεργο νόστο.
Η συγκίνηση της επαφής με την υλική υπόσταση του ονείρου
φορτίζεται. Η στιγμή του σμιξίματος είναι θεική! Το φθάσιμο
στην Ιθάκη δίνει τέτοια συγκίνιση, τέτοια ικανοποίηση, χαρά,
αυτοπεπίθηση, δικαίωση, ολοκλήρωση. Εκείνες οι ευλογημένες
στιγμές δεν ξεχνιόνται. Σημαδεύουν καρδιά και νου...
Θεέ μου λες και το όνειρό μου ζει! Υπάρχει κι αναπνέει
στον κόσμο των υλοποιήσιμων φαντασιώσεων!
Το όνειρο μου μοιάζει με ένα αστραφτερό μπαλόνι που δένεται
με έναν ομφάλιο λώρο με τη γη τη μάνα που το γέννησε!
Μια γη άγονη ξερική μα συνάμα τόσο γόνιμη!
Κάθε άνθρωπος νοσταλγεί την πατρίδα των παιδικών του
ονείρων, άσχετα αν αυτή είναι υπαρκτή ή όχι.
Αν καταφέρει να τη βρει στην πραγματική ζωή,
μπορεί να είναι ευτυχής μα ίσως κι όχι...
Μπορεί να του γίνει εμμονή η επιστροφή σ΄αυτή τη δική του
«Ιθάκη» και να περιπλανιέται σαν τον Οδυσσέα
σε πελάγη και σε βάσανα, αγόγγιστα, μέχρι να την αντικρίσει
και ν' αγαλιάσει η καρδιά του σαν τη δική μου τη μικρή,
την τρυφερή τη νησιώτικη κσρδιά που αγκαλιάζει τα
Αυγουστιάτικα φεγγάρια να μην νιώθουν μόνα,
πάνω από το Αρχιπέλαγος όπου σεργιανάνε νυσταγμένα...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου