Τώρα λοιπόν, μου λες πως έμαθες ν’ αναγνωρίζεις,
την λύπη απ’ την χαρά, όπως την ζέστη απ’ την δροσιά.
Τώρα λοιπόν, που λες πως έμαθες πια να ξεχωρίζεις,
ποιος τώρα κλαίει οδυνηρά, στα ουράνια ποιος ψηλά πετά.
Τώρα λοιπόν, μου λες πως έμαθες εσύ να ορίζεις,
το μπλε ποιο θα ‘ναι τ’ ουρανού, και το χρυσό του φεγγαριού.
Τώρα λοιπόν, που λες πως έμαθες την πλάτη να γυρίζεις,
σ’ όσους σε πόνεσαν πολύ, σου δυσκολέψαν την ζωή.
Τώρα λοιπόν, που λες πως έμαθες τα πάντα να φροντίζεις,
όλα του κόσμου τα πουλιά, κι όλα της γης τα ορφανά.
Τώρα λοιπόν, που λες πως έμαθες όμορφα να σκαλίζεις,
έλα και θάψε τους νεκρούς , που πολεμήσαν γι αλλουνούς.
Τώρα λοιπόν, που λες πως έμαθες σωστά να υπολογίζεις,
που ξεκινά η λευτεριά, και που τελειώνει η σκλαβιά.
Τώρα λοιπόν, που λες πως έμαθες το δίκιο να στηρίζεις,
αυτού που ‘κλεψε ένα ψωμί, κι όλοι τον πήγαν φυλακή.
Τώρα που έγινες κομπάρσος, στο δικό σου έργο ,
που το λεν’ ζωή. Όλοι σε κοροϊδέψανε και ψέματα σου είπαν,
μα δεν τους καίγεται καρφί. Σκουπίδια οι ελπίδες
τα όνειρά σου, θαμμένα σ’ άγνωστη χωματερή. Εκεί και οι
παλιοί σου φόβοι, όρνεα που σου ξεσκίζουν το κορμί.
Έλα τώρα λοιπόν που τόσα έμαθες, και παρε με απ το χέρι,
να μην φοβάμαι σαν βρεθώ ψηλά, ν’ ανέβω σ’ ένα αστέρι.
Έλα τώρα λοιπόν ν’ ανοίξουμε φτερά, σαν άσπρο περιστέρι,
Κάπου μακριά στα σύμπαντα, χνότα απ’ του Θεού τ’ αγέρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου