Μια τρικυμία ανέκαθεν μέσα σου
θαλασσόδερνε την ψυχή σου.
Όχι πως το 'θελες
μα πάντα έτσι ξαφνικά
μέσα σου ξεσπούσε
κάθε φορά που σ' έπνιγε
η σιγουριά ενός λιμανιού
η στασιμότητα
και ο χοντρός κάβος
που έδενε τα φτερά του γλάρου
πάνω στο μουράγιο.
Αυτή η κρυφή σου δύναμη
που έσπαζε τα σχοινιά
κι ελευθέρωνε το πέταγμα
η αντάρα που έσωζε
κάθε φορά τη ζωή σου
μια υποψία σου γεννούσε...
Θαλασσινό νερό
πως στο αίμα σου κυλούσε
κι αν είχες θωριά ανθρώπινη
μια μυστική θάλασσα ήσουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου