Θα ήθελα για άλλα μέρη να κινήσω,
εκεί που η θάλασσα νερό δεν έχει.
Με πέτρες άψυχες να συζητήσω,
το μυστικό να μάθω ποιος κατέχει.
Νάναι οι ποταμοί δάκρυ γεμάτοι,
κι όλοι να ψάχνουνε πηγής νερό.
Κι άλλονε να ζητώ συνεπιβάτη,
για του παράδεισο τον δρόμο να τραβώ.
Τον ουρανό θα ήθελα μαύρο να βάψω,
και το φεγγάρι κόκκινο βαθύ.
Τα’ αστέρια στα σκουπίδια να πετάξω,
τον ήλιο να διατάξω να κρυφτεί
Κανείς δεν νοιάζεται για όλα αυτά,
την εποχή που χάθηκαν οι αξίες.
Μ’ ένα βρακί και να περνούν καλά,
τιμόνι να κρατούν σουξέ κι ουσίες.
Να τρέξω ολόγυμνος μεσ’ τα λιβάδια,
για συντροφιά μου να βαστώ σπαθί.
Το πήλινο το σώμα μου όλο σημάδια,
του Κάιν και του Ιούδα η αμοιβή.
Τον θάνατο δεν ξέρω ποιος μου δώρησε,
δεν έχει σημασία να το ψάξω τώρα.
Αν ήταν η αμαρτία του Αδάμ που τ’ όρισε.
η ο Επιμηθεύς και της συζύγου του τα δώρα.
Εγώ για μια βροχή παρακαλώ,
να πέσει τώρα με δύναμη πολύ.
Πυλός σαν είμαι λάσπη να γενώ,
κι όχι των σκουληκιών σάπια τροφή.
Και η ψυχή τι θ’ απογίνει δεν με νοιάζει,
δώρο την κάνω σ’ όποιον θέλει να την πάρει.
Λάσπη θα είμαι ‘γω τι με πειράζει,
αν η παλιά ψυχή γι αλλού σαλπάρει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου