Γύρισε ο καιρός νοτιάς,
έβγαλε δροσούλα.
Ο αέρας μύρισε βροχή,
το χώμα διψασμένο την καρτεράει
σαν "Μάννα εξ ουρανού".
Στα καλώδια του ηλεκτρικού
συνάχτηκαν τα χελιδόνια.
Σχεδιάζουνε το χάρτη του ταξιδιού τους.
Μετριούνται πόσα ήρθαν,
πόσα γεννήθηκαν, πόσα θα φύγουν.
Θα ξανά μετρηθούν στην αντίπερα μεριά
να δούνε πόσα θα φτάσουν.
Οι ντουλάπες άνοιξαν,
μαζεύονται τα λινά βγαίνουν τα μάλλινα.
Τα σπίτια θα ντυθούν τα ζεστά τους.
Τα ξύλα στοιβάχτηκαν στις αυλές,
τα μερομήνια έδειξαν βαρύ χειμώνα φέτος.
Ο κάμπος τέλεψε και αυτός με τις παραγωγές του,
τώρα θα οργωθεί και θα περιμένει τις βροχές να αφρατέψει.
Τα οπωροφόρα θα αρχίσουν να κλαδεύονται με προσοχή.
Από το καλό κλάδεμα ξεκινάει η σωστή παραγωγή τους.
Τα σταφύλια κόπηκαν,
αλλάφρυναν οι κληματαριές.
Το ρακαριό θα αρχίσει διπλοβάρδια
να βγουν σωστά τα γράδα.
Θα μοσχοβολήσει γλυκάνισο ο τόπος.
Αχ τι όμορφα που μυρίζει το φθινόπωρο.
Μοσχοβολάει από τα πρωτάκια που ντροπαλά
κρατώντας το χέρι της μαμάς
κάνουν τα πρώτα βήματα στη γνώση.
Μοσχοβολάει παιδικά γέλια
που γεμίζουν τις αυλές των σχολείων.
Μοσχοβολάει χρυσοκίτρινα φύλλα σωρός στο χώμα.
Οι μέρες μικραίνουν.
Οι νύχτες άντριεύουν.
Πάνω στα μαξιλάρια μεγαλώνουν τα όνειρά μας
και μας ταξιδεύουν σε ηλιότροπες αγάπες.
Τι όμορφο που είναι το φθινόπωρο.
Η βροχή κλαίει πιο παραπονιάρικα.
Τα σύννεφα μοιάζουν πιο λυπημένα.
Κι ο ουρανός χάνει το γαλανό του χρώμα,
γίνετε λίγο πιο γκρίζος πιο σκυθρωπός.
Μα κι έτσι ακόμα είναι όμορφος πολύ.
Και κοίτα ένα μυστήριο,
ως να τελειώσω το κείμενο,
το μαύρο σύννεφο αγκάλιασε τον ουρανό,
κι έτσι σφιχταγκαλιασμένοι και οι δύο
ξεσπασαν σε κλάματα,
με λυγμούς... με αναφιλητά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου