Προσευχή.
Κύριε
ντύσε μας
με την πινελιά την φωτογένειας,
δανεική απ' το πριν,
μηρυκασμένη απ' την πείρα
των εξαπτέρυγων του αγέρα .
Κύριε
κυνηγώντας τις ουρές μας,
πλάθουμε με πλαστελίνες καλαθάκια
να χωρέσουμε τα όνειρα μας.
Κύριε
με νερομπογιές βάφουμε τις οάσεις
στην έρημο του χρόνου.
Το σκοτάδι πυκνώνει γύρω μας,
οι αντανακλάσεις του προσώπου σου
εστίες φωτός μόνο για λίγους.
Κύριε
εμείς μια λαμπάδα ανάψαμε
ζυμωμένη με κερήθρα και αίμα,
το μέλι το έφαγαν οι κηφήνες.
Κύριε
χανόμουν στους δρόμους, διψούσα ,
αμέριμνη η νεότητα μου παρατηρούσε
τις αράχνες που ξόδευαν
τόσο σάλιο για να ζήσουν .
Κύριε
έπεφτα στο κενό
μαζί με δαίμονες και οσίες
μπροστά μου πάντα η πόρτα της κολάσεως.
Κύριε
ο άγγελος στην πόρτα απολύθηκε ,
το ταλαιπωρημένο πνεύμα μου
χρησιμοποιούσε αντικλείδι ένα κερί,
το πτώμα μου από το ξέφωτο ξεβράστηκε
στην παραλία της ποίησης,
γυμνός μ ' ένα βότσαλο στο χέρι
χάραζα φωνήεντα στον αφρό των κυμάτων
για να ζεσταθούν οι ψυχές των φιλοξενουμένων.
Κύριε
της αθανασίας μας τα άλφα έκαψες
και πίσω απ' τις φλόγες κρυμμένος ,
αλλάζεις την μνήμη των πραγμάτων
με την βοήθεια του λαλίστατου αέρα.
Κύριε
Σκάψαμε βαθιά στην σκιά να βρούμε
το ξεστρατισμένο χαμόγελο μας,
παντού αρτεσιανά αμίλητων δακρύων.
Κύριε
Οι λιακάδες των αλκυονίδων αλλοιώθηκαν,
τώρα πίνακες μεταλαμπάδευσης διακοσμούν
τα χρωματιστά ημερολόγια μας.
Κύριε
περιμένουμε την μικρόσωμη άνοιξη
με όλες τις ανημποριές της
να ζωγραφίσει τα μπουκέτα της ζεστασιάς
στις κόγχες των ονείρων μας.
Κύριε
ήμουν παιδί.
έδωσα την ζωή μου σε μια αγάπη,
βάδιζα ανάμεσα σε γυμνωμένα δένδρα,
σε άκαυτους βάτους κυκλωμένους από δαίμονες
και η ευτυχία πρόδωσε την τιμή μου.
Όμως είμαι ελεύθερος ,φυλακισμένος
στο εικόνισμα της ατέλειωτης μοναξιάς.
Κύριε
ο ήλιος τρεμοπαίζει στην αυλόπορτα μου
οι ληστές έκλεψαν τον χρόνο μου
πριν τα σταφύλια στάξουν τον μούστο,
τα καράβια σάλπαραν απ ' τα λιμάνια
κι έμεινα μόνος στην γειτονιά μου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου