Οχιές απ'τον ουρανό πυροβολούσαν
παντού τοπία γυμνά, καμένα,
φέρετρα νεκρών ακολουθούσαν
μάτια με δάκρυα παγωμένα.
Παιδάκια ακρωτιριασμένα
ενός άγριου πολέμου θύματα,
πρόσωπα παραμορφωμένα
απ'της ασχήμιας φαντάσματα.
Ακουγόταν απ'τη γη φωνές
λυγμοί θανάτου, ουρλιαχτά,
φούρνοι τρόμου στις φυλακές
έκαιγαν ανθρώπινη σάρκα, κρυφά.
Αιματηρή βία φονιάδων, τρελών
που ρήμαξε τα όνειρά τους,
εφιάλτες από αμαρτίες τρανών
πάγωσαν τα χαμόγελά τους.
Μια ευκαιρία τους δόθηκε
της ζωής ν'αλλάξουν πορεία,
προς Γουίντεμιρ οδηγίθηκε
το τρένο για ελευθερία.
Πόσον πόνο, φόβο έκρυβαν
οι κοματιασμένες ψυχές;
μα ποτέ τους δεν ξέχασαν
σκηνές, στις φριχτές φυλακές.
Στο θάνατο γύριζαν οι σκέψεις
εκεί που γονείς και δικούς άφησαν,
σιωπούσαν τα αισθήματα, οι λέξεις
την κόλαση ποτέ τούς δεν ξέχασαν.
Πόσο ομόρφηνε η ζωή τους
γεμάτη δώρα, στέγη, σχολεία,
όμως δεν μπορούσε η ψυχή τους
να ξεχάσει την απάνθρωπη βία.
Τη φορεσιά τούς άλλαξε η ζωή
στ' όμορφο ταξίδι του πολιτισμού,
ξανά μαζι, πηγαίναν προς τιμήν
στο Γουίντεμιρ που έμαθαν να ζούν.
Πότε η ανθρωπότητα μην ζήσει
μια τέτοια απάνθρωπη βία,
τα παιδιά όλου του κόσμου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου