(προσφυγιά, ορφανεια)
Μονάχα μεσ' τους δρόμους,
κουρέλια, ρούχα και ψυχές,
βαρύ φορτίο πάνω στους ώμους
ξεριζωμός, ορφανεια απο τα χθες.
Το βλέμμα μας, πάνω τους θλιμμένο,
μικρό χεράκι, τρεμοντας απλώνει,
η ντροπή τα μαγουλακια τους ματώνει
δάκρυ κι ορφάνεια, το δικό τους πεπρωμένο.
Μικρούλα τούτη η καρδιά, μεγάλη πίκρα
να'χει,
άνεμος άγριος χτυπά, τ'αδύναμο το στάχυ.
Σπίθα που δεν επρόλαβε ν'ανάψει,
να φουντωσει,
- - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - - -
Anastassia Koutsoukou-Kleanthi
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου