Το καλοκαίρι γυρνούσαν οι στρατιώτες
στα δρομάκια, βαστώντας βαριά τα όπλα
ιδρωμένοι, κοιτώντας μ' άγρια μάτια
τις άδειες αυλές, ζηλεύοντας τους ίσκιους
απ' τα φορτωμένα κλήματα και τις μουριές.
Τα παράθυρα κλειστά,
μανταλωμένες οι πόρτες
και οι γλάστρες γεμάτες
μαραμένα κίτρινα φύλλα
που θρόιζαν, τρομαγμένα κι αυτά
απ' τα βήματα.
Οι γάτες που απέμειναν
στα σφραγισμένα σπίτια
όρθωναν μ' ανατριχίλα τις τρίχες,
έχοντας πρόσφατη
τη μυρωδιά απ' το αίμα.
Τα πουλιά σταματούσαν το τραγούδι
κι οι γρύλοι απέμειναν βουβοί
στα θερισμένα χωράφια.
Τούτος ο εφιάλτης της Κύπριας μάνας
ξανά και ξανά τις νύχτες
την πνίγει, την ξυπνά.
Κι απομένει βογκώντας στο στρώμα
πέρα στην ξένη τη γη
Μαρίνα Αντωνίου
Συλλογή Σκοτεινά Μονοπάτια
2004

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου