Έψαξα αγάπη και παρηγοριά
στις λέξεις των ανθρώπων.
Εκεί να σβήσω τα πάθη μου.
Εκεί να βρω την μπόρεση μου.
Μα πόνεσα.
Πολύ.
Δεν τα κατάφερα.
Έχασα.
Και τότε έβαλα τις πληγές σε βάρκα
για να τις βυθίσω στην αλμύρα της θάλασσας.
Να ξεπλύνω τις φρούδες ελπίδες.
Να τις τυλίξω στο θαλασσινό αγέρι.
Να τους βάλω επίδεσμο
και να μάθω να ζω με τα τραύματα μου.
Τα κύματα.
Εκεί σε εκείνο το βάθος βαπτίστηκα.
Έλουσα τα φιλιά
Χόρεψα με τις αναμονές και τις προσμονές
Βούτηξα βαθιά χωρίς ανάσα
Κι αναδύθηκα στο μέλλον.
Στο βάθος του γαλάζιου πνιγμού βρήκα ένα ξέφωτο.
Αν χρειαστεί θα το ξανακάνω.
Δίνουμε συχνά μυστικά ραντεβού..
Μου είπε θα με περιμένει.
Είπα θα περιμένω κάτι σαν έρωτα, έναν έρωτα,
μια ελπίδα, κάτι που θα μοιάζει με αυτή,
μια λέξη αφόρμηση για ένα ποίημα,
μια σκηνή για να ξεκινήσει κάτι πάλι από την αρχή.
Κάτι. Όλο κάτι περιμένω.
Είναι κι αυτοί οι άνθρωποι βλέπεις.
Τους μιλάς και δεν καταλαβαίνουν
ή κάνουν πώς δεν καταλαβαίνουν.
Τελικά δεν αντέχουν να καταλάβουν.
Φωτογραφία από προσωπικό αρχείο
Σητεία

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου