Μαρμαρωμένες θάλασσες
ταξιδεύει τώρα το βλέμμα σου,
κρατώντας στη πυξίδα ,
σταθερή τη ρότα , της ξενιτιάς…
κι από γιος δικός ,
ορφανός ξένος,
έγινες…
σε τόπους που γέμισαν παράπονο…
μετέωρο το βήμα του γυρισμού
πάνω στο<< θέλω >> ισορροπεί,
ανάμεσα στο <<κάποτε>> και στο<< θα>>,
μια ζωή ακροβατεί , ελπίζοντας…
πως θα υπάρχει πάντα εκεί
ένα <<δίχτυ >> να σε κρατεί,
μια μάνα στη πόρτα του σπιτιού,
να σε καρτερεί.
Μα ο χρόνος φέρνει τη στιγμή που δε γητεύεται ,
τη φθορά, που κάνει το δίχτυ να κόβεται,
σα παύει πια να μετράει,
μέρες άλλες…
Σαν οι ψυχές δε λησμονάνε το καημό,
καρτερούν πάντα ένα γνώριμο γυρισμό ,
έστω για ένα θυμίαμα μονάχα ,
σ΄ ένα τάφο από μάρμαρο λευκό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου