Μου είχες πει
Χανόμαστε
Πιάσε το κλαδί μου
Μα εγώ κρατούσα το πριόνι
Δεν το είδες;
Πέσε
φώναξες
Μα ήδη ήμουν στο νερό και πνιγόμουν αβοήθητη
Βρεγμένη ακόμη τα θυμάμαι
Στεγνή η μνήμη μόνον
και εφτάψυχη
Καφές καυτός
κι ας είναι θέρος
Βάρκα σηκώνει δίχτυα στο πέλαγο
Παραμιλάς στον ύπνο σου
Για θανάτους κι άλλα φοβερά
Συνήθισα όμως
Δεν με αγγίζει ο φόβος
Μόνον η πεθαμένη αγάπη με τρομάζει
Κρύψε με
Κρυώνω τόσο μουσκεμένη
Το πέλαγο
Η βάρκα
Το πριόνι
Ο πνιγμός
Το παραμιλητό
Ο φόβος
Η αγκαλιά σου
Ελα
Ο καφές μου περιμένει τον δικό σου
Η Κυριακή πάντα θα μας λυτρώνει από κάθε θάνατο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου