Η Ελένη στο χωριό των παροιμιών... Ελένη Ταϊφυριανού.

Στους περιπάτους, στις πεζοπορίες, στους δρόμους
και παραδρόμους, στα σοκάκια και στα στενά της φαντασίας,
εκεί που πάντα βγαίνω και βαδίζω, έχω πολλά συναπαντήματα.
Στα υπαρκτά, ανταλλάσσω καλημέρες και συνεχίζω.
Στα νοητά... Ααα... εκεί έχουμε ολόκληρους διαλόγους...
Έτσι λοιπόν σε μία από τις νοητές μου συναντήσεις πήρα
ένα καινούργιο δρόμο και βρέθηκα μπροστά σε ένα χωριό...
" Χωρίων παροιμιών καλωσορίσατε'' έγραφε η ταμπέλα
στην είσοδο του... Τι περίεργο αναρωτήθηκα, υπάρχει τέτοιο
χωριό εδώ γύρω και δεν το γνώριζα; Προχώρησα σιγά-σιγά
μέχρι τις πρώτες κατοικίες γεμάτη περιέργεια για το τι σόι
χωριό είναι αυτό που δεν είχα ξανακούσει...
Προσπέρασα μία σειρά από σπίτια και στο γύρισμα του δρόμου
μπροστά στα έκπληκτα μάτια μου πρόβαλε μία μεγάλη πλατεία
σχεδόν όπως όλες οι πλατείες των χωριών.
Πλακόστρωτη με δέντρα, παγκάκια, μαγαζιά τριγύρω,
και ένα πέτρινο συντριβάνι στη μέση.
Ίσα που πρόλαβα να τα δω όλα αυτά και ένα περίεργο πλήθος
άρχισε να συγκεντρώνεται στην πλατεία και να με περιεργάζεται.
Τα 'χασα για μία στιγμή αλλά συνήλθα γρήγορα.
Τι στο καλό, στα χωριά όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους
θα γνωριστώ και 'γω μαζί τους...
"Ποια είσαι εσύ"; ακούω μία φωνή να μου λέει.
Στρέφομαι προς το άκουσμα της και βλέπω έναν άντρα να με
κοιτάει περίεργα. Με λένε Ελένη απαντάω και απλώνω το
χέρι μου ευγενικά. "Ελένη;...τι Ελένη;...τι όνομα είναι αυτό;"...
Δεν καταλαβαίνω τι θέλετε να πείτε; Τι έχει το όνομά μου;
"Θέλω να πω... τι έκανες εσύ και σου δώσανε αυτό το όνομα;"
Σαν τι να κάνω; έτσι με βάφτισε η νονά μου γιατί έτσι λέγανε
τη γιαγιά μου... "Άιντε άιντε... ένα άτομο σε βάφτισε;"
Γιατί; πόσοι έπρεπε να με βαπτίσουν; και δεν καταλαβαίνω,
τι εννοείτε όταν λέτε τι έκανα;.. Τι θα έπρεπε δηλαδή να κάνω;
"Κάποιο επίτευγμα, κάποιο έργο, να έχεις πει κάτι σοφό που να
μείνει στην ιστορία και να σε φωνάζουν με αυτό"
.... Μία αρχαία πρόγονος μου ίσως... πού για αυτήν έγινε ένας
μεγάλος πόλεμος... λέω τώρα... μήπως;
"Α...μη μου μιλάς για αυτήν την μοιχαλίδα που εξαιτίας της
καταστράφηκε η Τροία" Ερωτεύτηκε... και δεν νομίζω πως
εξαιτίας της έγινε ο πόλεμος...Ο Αγαμέμνονας εκμεταλλεύτηκε
το γεγονός..."Δεν θέλω να ακούσω τίποτα για αυτήν... Αρκετά!"....
Δεν είναι ευγενικό αυτό που κάνετε είπα γλυκά για να τον
ηρεμήσω γιατί είδα ότι αγρίεψε. Τέλος πάντων, εγώ σας είπα
το όνομά μου και ποιος με βάφτισε, ενώ εσείς δεν συστηθήκατε.
Αλήθεια πώς σας λένε... (μεταξύ μας ήθελα να ρωτήσω ποιος
παπάς τον βάφτισε...αλλά έδωσα τόπο στην οργή)...
"Το όνομα μου είναι... τρείς λαλούν και δύο χορεύουν, και δεν
μου το έδωσε ένας νονός αλλά ο κόσμος όλος" είπε... και σαν
να ψήλωσε μερικούς πόντους από καμάρι.
Έπνιξα με το ζόρι ένα γέλιο που απειλούσε να βγει από το στόμα
μου μάσησα μία δικαιολογία και προσπάθησα να απομακρυνθώ...
Σε όλα τα χωριά λένε υπάρχει ένας τρελός και εγώ πήγα και
έπεσα πάνω του. Έκανα μερικά βήματα και πρόσεξα κάποιον
που περπατούσε αργά-αργά και κοίταζε κάτω. Χάσατε κάτι;...
μπορώ να σας βοηθήσω; Με κοίταξε περίεργα και μου απάντησε
"Όχι... δεν έχασα τίποτα... απλά προσέχω να μη σκοντάψω
γι' αυτό πάω σιγά" Έκανα μερικά βήματα προς τα πίσω...
και κόντεψα να πέσω πάνω σε έναν νεαρό που κουβαλούσε
μία σακούλα με ψώνια... Τον ρώτησα ποιος είναι και μου είπε
χωρίς να σταματήσει πώς ήταν ένα από τα παιδιά των φρονίμων
και βιάζονταν να πάει σπίτι του να μαγειρέψει...
Μία μεγάλη αντροπαρέα λίγο πιο κάτω γελούσε δυνατά,
τους κοίταξα περίεργα... "Σαράντα πέντε''....μου λένε...
Τι σαράντα πέντε;... ρωτάω... "Γιάννηδες"... μου λένε και
ξέσπασαν όλοι μαζί σε τρανταχτά γέλια...
Δίπλα μου πέρασε μία γυναίκα συνάμενη κουνάμενη γελώντας...
Να ένας χαρούμενος άνθρωπος σκέφτηκα...
"Πρόσεχε την αυτήν"... μου ψιθύρισε μία άλλη γυναίκα με
χαμηλωμένα μάτια... "Δεν είναι καλός άνθρωπος"...
Μα γιατί ένας άνθρωπος που γελάει δεν είναι καλός;...
τη ρώτησα..."Γιατί είναι π****** και δεν μπορεί να κρύψει τη
χαρά της" μου λέει και με κοιτάει κατάματα...
Βλέπω με λύπη πώς της λείπει το ένα μάτι... Πως το έπαθες;
τι ρωτάω με συμπάθεια... "θυσίασα το μάτι μου για να μη μου
βγει το όνομα"...μου λέει... Μα γιατί βρε κορίτσι μου...
το πολύ-πολύ να σε λέγανε π****** καινα ήσουν χαρούμενη...
δεν θα ήσουν στραβή... "Στου κουφού την πόρτα"...
Αυτό λέω κι εγώ... "Όχι... στου κουφού την πόρτα είναι
όλο το όνομά μου" μου λέει κάποιος από πίσω μου... Α...
δεν πάμε καλά... κάθε χωριό και ένας τρελός κι εδώ πέρα όλοι...
Κάνω μεταβολή και καθώς φεύγω πέφτω πάνω σε κάποιον που
διάλεγε καλάθια... Μη μου πεις.... ξέρω... πας για κεράσια...
Μία πέτρα βρε παιδιά μία μεγάλη πέτρα... να την βάλω σημάδι να
μην ξαναπεράσω από αυτόν το δρόμο... "Μα πού θα πας;...
όπου κι αν πας θα περάσεις πάλι από δω"....μου φωνάζουν...
Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι....Ωχ!....τι είπα....;;;

Ελένη Ταϊφυριανού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου