Σε έναν στρατιώτη-ποιητή... Μαίρη Σκαρπαθιωτάκη.

Στο στήθος σου,
εγεννήθηκε η ευγένεια κι ο λόγος,
περιστέρι λευκό
κλαδί ελιάς
στο ράμφος του
Μυρσίνη
Δοξαστική.
Ανδρεία πο' χει
το
βλέμμα σου,
το ανήξερο.
Μέτωπο αναστατωμένο,
σαν κόκκινο κρασί
χύθηκε σε
μάτια μελαγχολικά.
Σταφύλι άγουρο
μιαν αγκάλη
γιομίζε αργά
δάκρυ από μέσα
κι αίματα.
Τραχύ αναφιλητό
στο στήθος σου,
δεν ακούγεται!
Ο ύπνος στο μέτωπο
υποχωρεί.
Πράσινο χαλί η ερημιά σου
κι ο θάνατος σύντροφός σου
Αυτος είναι που τρομάζει
τα σύννεφα.
Φλισκούνι εδώ,
βασιλικός εκεί,
δυόσμος μυριστικός
πιο πέρα.
Παντού φυσά το σύνθημα:
Αέρααα!
Μα
δίχως ιδέες,
ο πόλεμος.
Σκέτο μπαρούτι,
ο αγέρας.
Περιφέρεσαι
σκιά του Ολύμπου!
Προφέρω το όνομα σου.
Το σώμα σου
λουλούδι
εύμορφο
απάνω
στη πέτρα
τη βουνίσια
απάτητο κι αγνό,
λαμπυρίζει
σαν την αγάπη
προς τον αγώνα.
Με την σκληρή
την όψη
σε κοίταξε
κι
έγραψε
ο άγγελος το όνομά σου.
Γυρισμένος
απάνω σου
ο θάνατος,
σε φίλησε.
Σκαλισμένα
τα αρχικά σου,
γράμματα.
Σε μια
χλαίνη
απάνω τα δάκρυα μας.
Από δυο μάτια
αδύναμα,τί;
Τί να δει;
Σπασμένα γυαλιά,
ίσον καταδίκη..
Ποιός σε έστειλε
σε άλλη ζωή
να κατοικήσεις;
Δίχως σκελετό
κοκάλινο.
Δυσκολεύομαι,
να πιστέψω
πόσο μεγάλη είναι
η φτώχεια,
αυτού του
ενδόξου
κόσμου μας.
Μαίρη Σκαρπαθιωτάκη
[στον Γιώργο Σαραντάρη]
Ο συστρατιώτης του συγγραφέας Θεμιστοκλής Αθηνογένης
μίλησε για τις κακουχίες στο μέτωπο της Αλβανίας:
Ήμαστε εξουθενωμένοι και οι δύο. Πολύ περισσότερο όμως
εκείνος. Δεν είχε, από την αρχή, πολλά αποθέματα αντοχής.
Κάποτε βρέθηκα έξω από ένα χωριό, το Κιλαρίτσι.
Σε κάτι στάβλους είδα τον Σαραντάρη καθισμένο
κάτω στο χώμα σε φοβερή εξάντληση.
Ήταν χλωμός, αδύναμος.
Τα μάτια του φωσφόριζαν παράξενα.
Τον πλησίασα. Θυμάμαι ότι γονάτισα να του μιλήσω
καθώς ήταν καθισμένος. Έχεις τίποτα να μου δώσεις να φάω;
μου είπε. Έψαξα στο σακίδιο. Βρήκα ένα κομμάτι
ξερή κουραμάνα. Τούδωσα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου