Μέσα στα στήθη μου ένας παράδεισος και ένας πόλεμος.
Μέσα στα στήθη μου έκρυψα παλάτια και παράγκες.
Κοίμισα λύπες και χαρές.
Νανούρισα πρίγκηπες και αλήτες.
Έμαθα στον φονιά να αγαπάει και να φιλάει
σταυρούς μετάνοιας.
Έμαθα στον άγγελο να δαιμονίζεται και να φυλάγεται
απο τον ίσκιο του.
Έμαθα όπως το χιόνι λιώνει στην απέραντη άσφαλτο,
να λιώνουν τα μάτια μου σε οτιδήποτε περιμένω και καρτερώ.
Έμαθα σε ζητιάνους να πουλάνε χρυσάφι και σε βασιλιάδες
να μαζεύουνε κάρβουνα.
Έμαθα να προσκυνώ σαν ευαγγέλιο αυτά που είχα, να τα
αγκαλιάζω και να κλωτσάω πέρα εκείνα που δεν ήρθανε ποτέ.
Μέσα στα στήθη μου έκρυψα, πότε έναν βυθό από κοράλλια
και πότε ένα αποτεφρωμένο χωριό.
Έζησα κάνοντας ανθρώπους να με μισήσουνε ενώ με είχανε
στην ζωή τους και να με λατρεύουνε χάνοντας με.
Εγώ υπήρξα πάντα στη μέση και παρακολουθούσα.
Εγώ ήμουνα πάντα στη μέση. Ούτε από πάνω ούτε από κάτω.
Ούτε ζητούσα ούτε γκρίνιαζα.
Γύρω μου μια βροχή από γέλια ή μία καταιγίδα από δάκρυα.
Ποτέ όμως δεν είπα τι ήθελα τι ζητούσα τι περίμενα
τι ονειρεύτηκα. Ποτέ δεν είπα ένα γαμώτο.
Γαμώτο. Θεέ μου. Τι άβουλο πλάσμα που υπήρξα.
Βλέποντας τον εαυτό μου να είμαι ακόμα μέσα σε αυτόν
τον κύκλο που άλλοι κρατούσαν τις άκρες, εύχομαι σιωπηλά
να είχα βρει την δύναμη να κουνηθώ έστω για μια φορά,
έστω να ξεκλειδώσω από μέσα.
Έτσι για να δω τι θόρυβο κάνει η σκουριασμένη κλειδαριά
όταν την γυρνάς μετά από χρόνια.
Έτσι για να δω πώς επιτέλους ζούσανε την ζωή μου όλοι
εκείνοι που αποφάσισαν για μένα χωρίς εμένα.
Μήπως κάποτε σταματήσω επιτέλους να παρακολουθώ
τα όνειρα μου να ξημερώνουνε σε μία άλλη αγκαλιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου