κι εκεί όπως η θέληση του ανέμου ορίζει, μονάχη της πλανιέται
απανεμιά και ήσυχο λιμάνι για να βρει.
Να ξαποστάσει να σταθεί γιατί γνωρίζει, πως η οργή του ανέμου
αίφνης θα κοπάσει, και πάλι άλμπουρο περήφανα θα ορθώσει,
όπου μαΐστρος ούριος, άγγελος φύλακας τα κάτασπρα πανιά της
θα φουσκώσει, σε πέλαγα ξανά γαλήνια θ’ αρμενίσει,
χωρίς ποτέ ξανά κανείς να την λυπήσει.
Και πάλι η ζωή αν και χωρίς πυξίδα, τον δρόμο της ξανά θα
διασχίσει. Μη φοβηθείς.
Μονάχη σου σ’ αυτήν την φουσκοθαλασσιά σαν θα βρεθείς.
Στιγμή μην αισθανθείς πως είσαι μόνη,κι αυτό σου φέρει ταραχή.
Κοντά σου είμαι κι εγώ εκεί μαζί.
Κι οι δυο κρατάμε το τιμόνι, σφιχτά με μια ψυχή.
Και μην σκεφτείς ούτε στιγμή, πως μόνη σ’ άφησα.
Όχι, ποτέ. Ποτέ σου μην σκεφτείς πως σε παράτησα.
Το πονεμένο το σκαρί που επάνω του αρμένιζες,
προσεχτικά ολόγυρα ψηλάφισα.
Κι όταν για το σκαρί μια σιγουριά αισθάνθηκα, κάλεσα
τους ανέμους να κοπάσουν, και ήρθα δίπλα σου και κάθισα.
Κι αν ρόδο αισθανθείς που πέσανε τα ροδοπέταλά του καταγής,
και πως τον πόνο και την θλίψη σου γι αυτό που σου συνέβη,
δεν τον ένοιωσε κανείς, σκέφτεσαι λαθεμένα.
Γιατί εκεί μπροστά σου θα με βρεις, εκεί προσεχτικά σκυμμένα,
να προσπαθώ όλα να τα συνάξω από τη γη που ‘ναι πεσμένα,
και με χαρά στην θέση τους ένα προς ένα να τα ξαναβάλω.
Γιατί στον κόσμο αυτό για μένα δεν υπάρχει άλλο,
ρόδο από τριανταφυλλιά φανταχτερό μεγάλο σαν και σένα.
Αν πίστεψες πως δεν σε αγαπούσα, ακόμη και γι αυτό φταίω
εγώ. Γιατί ποτέ μου δεν κατάφερα μα ίσως και δεν θέλησα να
σου το δείξω, και μέσα το κρατούσα στην ψυχή,καλά κρυμμένο
μυστικό, αφού έτσι έχω μάθει τον δικό μου να προτάσσω εαυτό.
Κι αν τώρα θλίψη αισθάνεσαι για κάτι που μονάχα εσύ το ξέρεις,
χέρι σου απλώνω όπως πάντα για να πιάνεσαι γερά από αυτό.
Μα και να καταφέρεις χαρούμενη ξανά να αισθανθείς, και ποτέ
στο εξής να μην ξανασκεφτείς, πως είσαι μόνη.
Γιάννης Χαραλαμπάκης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου