Τις νύχτες κάθονται στην πίσω μεριά της αυλής
και λένε τα μυστικά τους.
Σιγομουρμουρίζουν κάτι. Παίρνουν ύφος.
Άλλοτε του ονειροπόλου.
Άλλοτε του σαστισμένου.
Λένε κάτι για τις μοναξιές
Για τις σιωπές.
Και μετά κοιτάζουν.
Τις μέλισσες.
Τα μυρμήγκια
Τα μικρά ζωύφια και χαμηλώνουν.
Πόσο πολύ χαμηλώνουν.
Και μπαίνουν μέσα τους και γίνονται μικροί σα μέλισσες
και μυρμήγκια και μετά ψηλώνουν απότομα, γιατί πήραν
κάτι από εκείνη τη Χάρη τους. Γέμισαν από το τίποτα,
από εκείνο το μικρό, αδιάφορο.
Από εκείνο που κανείς ποτέ δε θα προσέξει.
Δες λένε στη συζήτηση, αντί το πεύκο να απλωθεί,
εκείνο ανεβάζει τα κλαδιά του προς τον ουρανό.
Λες και ήξερε πάντα που έπρεπε να κοιτάξει!
Το τι θα δεις, πότε, με ποιούς και γιατί έχει πάντα την αξία του.
Σκέψου το.
Στις αυλές.
Υπάρχουν κάποιες αυλές που οι ευωδιές τους σε ακολουθούν.
Είναι σα μια στιγμή να χτύπησες την πόρτα του Παραδείσου
και να σου άνοιξε την πόρτα του ένας άγγελος.
Τι στιγμή κι αυτή! Αλήθεια έχεις μπει ποτέ στο σπίτι ενός Αγγέλου;
Μεταξύ μας μην το μάθουν μόνο κάποιοι Κληρικοί θα σου πουν
πως δε μέτρησες σωστά τα λόγια σου. Κι έρχεσαι εσύ ο μεγάλος
αμαρτωλός να διαταράξεις τον κόσμο ενός Αγγέλου...
Δίκιο έχουν δε θα πω κάτι παραπάνω ξέρουν από όλους τους
άλλους που τίποτα δεν ξέρουμε. Όμως να και εμείς οι τόσο
αμαρτωλοί ανάγκη έχουμε να πιούμε λόγο καθάριο για να γεμίσει
λίγο η ψυχή και να απαλύνει ο πόνος. Εκεί σε ένα σπίτι ενός
Αγγέλου που μπορεί να γίνει ο φίλος σου, ο πατέρας
και ο αδερφός σου. Χωρίς προσπάθεια. Χωρίς να το επιδιώξεις.
Χωρίς να το καταλάβεις. Κι όταν η πόρτα αυτή ανοίξει
σε εκείνη την αυλή θα έχει αλλάξει για πάντα η ζωή σου.
Ειρήνη Λεοντάρα
Φωτογραφία από George koutsoulis
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου