Πέταξε τον μαύρο καθρέφτη του εφιάλτη κάτω στο πάτωμα
και διάβασε μέσα στα κομμάτια του παζλ την ψυχή μου,
που οι λέξεις "σ' αγαπώ σαν το τριαντάφυλλο του φθινοπώρου",
σβήνουν μία, μία σαν το κερί που δεν λέει να λιώσει...
Ο ήλιος άραξε στο λιμάνι των ματιών σου κι όμως,
το γκρίζο του χειμώνα, έχτισε την αγωνία μου μέσα
στο άδειο δωμάτιο, κλειδώνοντας έναν-έναν τον θόρυβο
της καρδιάς μου, σαν γίνηκε κομμάτια, όταν έφυγες
και πίσω δεν κοίταξες....
Κι ο ίσκιος από το ημίφως της πανσελήνου, σκεπάζει νοερά
το σκοτάδι του πόνου, ακροβατώντας το φως του σε μία
ρόδα, πάνω στις κραυγές της τρέλας...
Η μόνη μου συντροφιά, το μισοσβησμένο σου αποτσίγαρο,
ναι, δεν φοβήθηκα, κάπνισα μία τζούρα θάνατο,
από τον θάνατο σου, καίγοντας μου τα σωθικά,
για να λυτρωθώ απ' του Βοσπόρου το δάκρυ...
Και εγώ σαν μια σαλεμένη φιγούρα κοιτώ, το ζωγραφισμένο
κρασοπότηρο, πάνω στο μισοσπασμένο τζάμι,
καθώς τρεκλίζει πέρα δώθε, το σκονισμένο παραθυρόφυλλο,
από τον αγέρα της σιωπής...
Στην υγειά μας....
Ακούστηκε σαν ηχώ πρόποσης, το αντίο που άφησες,
πάνω στα κλειδιά της πόρτας...
Θάψε τα όνειρα και έλα να γευτείς, την τραγωδία της ζωής,
αγκυροβολώντας λίγη ανθρωπιά, στα τεντωμένα δάχτυλα
Χρύσα Θυμιοπούλου
Λογοτέχνις & Ηθοποιός & Στιχουργός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου