Αστροχορδεύων... Βασίλης Σπανός.

Ένιωθε να τον περιζώνει από παντού απόλυτη μοναξιά,
τον έφερνε στα όρια της δικής του εκμηδένισης,
ήταν η έλλειψη ζωής,το απόλυτο κενό.
Ο θάλαμος που έβλεπε λευκός σαν και το χιόνι απαστράπτων
του θύμισε θάλαμο νεκροτομείου.
Η σκέψη του θανάτου δεν τον τρόμαξε,
είχε διαβάσει Επίκουρο και είχε μάθει
τα όρια μεταξύ ζωής και ανυπαρξίας
πως είναι τόσο λεπτά σαν μια κλωστή ιστού αράχνης.
Αναρωτήθηκε σε ποια πλευρά να βρίσκεται,
δεν επικοινωνώ,είπε,με το παρόν
κι ούτε το μέλλον το γνωρίζω
εκεί,που πριν λίγο τα βήματα μου με οδήγησαν
να δρασκελίσω το τελευταίο το κατώφλι.
Σκεφτόταν πριν το περάσει
τι να βρίσκονταν πέρα απ'αυτό;
Που ανήκω άραγε;
Εκεί που ήμουν πριν περάσω το κατώφλι
η εδώ που είμαι που το πέρασα;
Πως πέρασα με τόση άνεση από τη μια στιγμή στην άλλη;
Πως είναι δυνατόν να βρέθηκα εδώ με τόση ευκολία;
Είναι δυο κόσμοι διαφορετικοί η δυο αντεστραμμένοι;
Γύρισε πίσω να κοιτάξει μουδιασμένος
και είδε να κλείνει η βαριά η πόρτα,
κλονίστηκε για μια στιγμή,έκανε ένα βήμα να γυρίσει
μα ένας τοίχος αόρατος,μια απεραντοσύνη
οριοθέτησε γι αυτόν μια νέα αιωνιότητα
που ξετυλίγονταν αργά σε κάποιον άλλο χώρο.
Ανακυκλωμένη άραγε πόσες φορές
μέσα σε μια άλλη διάσταση.
Υπήρχε η δική του θέληση ακόμη
η εκινείτο από κάποια άλλη δύναμη
πέρα από κάθε λογική και αίσθηση ενστίκτου
σαν σκόνη
που πέφτει σε στιλπνούς και πεντακάθαρους καθρέπτες.
Πρόφερε πολλές φορές το όνομα του που ήταν παρών
σαν να'θελε να κρατηθεί μακριά από την κόλαση
πέρα απ τα όρια του τέλους του και της αρχής του,
να τον ακούσει η αρχή,το τέλος μην τον πάρει
μην πέσει κατά την λησμονιά και χάσει τον εαυτό του.
Κάτι που έμαθε από κει και που το είχε πια ξεχάσει,
ήταν το όνομα του,
το φώναξε πολλές φορές και το'νιωθε δικό του.
Ήταν παρών.
Δεν άντεχε άλλο,ξύπνησε,
είχε ξεπεράσει προ πολλού τα όρια της αντοχής του.
Σηκώθηκε μες το λαμπρό το φως της ερημιάς
να πιάσει κάποιο νήμα,
να τον συνδέσει στη ζωή να νιώσει πως υπάρχει.
Παραληρούσαν οι αισθήσεις του μα η φαντασία αρνιόταν
μέσα στο ανακάτωμα πως ήταν ο εαυτός του.
Παρών,είπε και κατάλαβε πως στον βαθύ τον ύπνο
έφτασε πέρα απ τα όρια,πέρασε το κατώφλι,
βαθιά στο ασυνείδητο,εκεί,στην αιώνια φύση
στην μήτρα που τον γέννησε,στο αρχέγονο στοιχείο,
πέρα στο γεφύρι του παρών και της ανυπαρξίας
στην πύλη που του άνοιξε μια νέα πραγματικότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου