Δεν ήταν το κορμάκι σου,
στις πέτρες να πονάει,
στα πούπουλα θα έπρεπε
γλυκά να μου κοιμάσαι.
Τα δάκρυα μου θά'θελα,
να γειάνουν την πληγή σου,
βαριά να μην κοιμόσουνα
το θάνατο ντυμένο.
Μικρό πουλάκι ανήμπορο,
πεσμένο, λαβωμένο,
ποιος ρώτησε τη μάνα σου
αν ήθελε να φύγεις.
Μ' αίμα με δάκρυ και φωτιά
φρίκη παντού σκορπάει
σαν Γολιάθ αιμοδιψά,
ορέγεται, βρυχάται.
Αυτή η φλόγα κι ο καπνός,
μόνα δεν ταξιδεύουν,
φέρνουν μωρών τα κλάματα,
στα σπάργανα ντυμένα.
Της μάνας φέρνουνε λυγμούς,
τα βογγητά των γέρων
κι από τα νιάτα,τα όνειρα
πνιγμένα, ματωμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου