Μη φοβάσαι τον φόβο, κοίταξέτονε στα μάτια μέσα,
γιατί από σένα πολύ πιο αδύναμος είναι.
Μπορείς να τον νικήσεις.
Μη φοβάσαι γι αυτά που έρχονται και για το
άγνωστο που αντάμα του θα
πρέπει να σταθείς.
Μη φοβάσαι αυτόν που απ’ τις δικές του τις βρωμιές
να απαλλαγεί παλεύει, κι' εσένα προσπαθεί μέσα
στου βούρκου τα νερά να ρίξει.
Μη φοβάσαι αυτόν που εσύ διάλεξες την χώρα σου
να κυβέρνηση, και αυτός γαντζωμένος στην
καρεκλά του ξεπουλάει την πατρίδα σου.
Μη φοβάσαι αυτόν που με καμάρι άσπρη μπλούζα
του φορέσανε και τσέπες βαθουλές του έχουνε
ραμμένες και προσδοκά μ’ απαίτηση εσύ να τις
γεμίσεις, για να σου κάμει δώρο την υγειά σου.
Μη φοβάσαι τον δικαστή που δίκαια να κρίνει όρκο
έδωσε ενώπιον ανθρώπων και Θεού, πολύ σύντομα
δούλος του μαμωνά και ‘κεινος έγινε.
Μη φοβάσαι τον δάσκαλο που στα παιδιά σου γράμματα
ποτέ δεν έμαθε, γιατί μέσα στο αγράμματο μυαλό του,
μονάχα πλουσιότερος πως θα γίνει σκέφτεται.
Μην φοβάσαι αυτόνε τον δειλό που πίσω από γυάλινο
γκισέ ταμπουρωμένος, το δίκιο σου ποτέ να μην σου
δώσει προσπαθεί, και να σε βασανίζει τόσο,όσο
η εξουσία που κατέχει το μπορεί.
Μην φοβάσαι αυτόν που με περίσσιο θράσος και αναίδεια
σε έσπρωξε απ’ την σειρά την θέση σου να πάρει,
γιατί πιο δυνατός ήτανε από σένα, και
μάνα του ήταν η απανθρωπιά.
Μην φοβάσαι για τούς πονόψυχους κι όλους αυτούς που
όταν πόνεσες κι ένοιωσες δυστυχία, χορό
πάνω στον πόνο στήσανε.
Μην φοβάσαι αυτούς που λένε πως ξέρουνε καλά τους
νόμους για το δίκιο του εργάτη και στο τέλος
το μόνον που κάνουν είναι, την τσέπη
την δικιά τους να γεμίζουν.
Μην φοβάσαι, αυτούς που δίχως τύψεις κι ενοχές,
ν’ αφήσουν στο σκοτάδι απειλούν εσένα
και το σπιτικό σου.
Και μένα όμως μη φοβάσαι, που μ’ ευκολία για όλα αυτά
σε συμβουλεύω. Γιατί από εσένα εγώ, πολύ
φοβάμαι περισσότερο.
Έναν μονάχα να φοβάσαι.
Τον λύκο που καλά ξέρει να κρύβεται κάπου μέσα σου,
κι αλίμονο την ώρα που θα αισθανθεί πως πείνασε,
και θελήσει εκδίκηση να πάρει κατασπαράζοντας
οποίον στο διάβα του βρεθεί... Ένοχο η Αθώο!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου