Δύσκολο να πεις: Σ’ αγαπώ, κοίτα πόσο χρόνο, απόσταση
και προσποίηση επένδυσα εμπρός στον τρόμο της λέξης ετούτης,
ετούτης της λέξης σαν φίδι που πλησιάζει αθόρυβα,
παραμονεύει και που αρνείσαι μια, δυο, τρεις, πολλές φορές,
διώχνοντάς την σαν σκέψη κακή, αδυναμία και παράπτωμα,
σαν κάτι που το λέμε ανεπίτρεπτο
—αυτό το ρίγος το πρωταρχικό που στου κόσμου τις απαρχές
μάς πλησιάζει, στο λεξιλόγιο το βασικό της ψαύσης και
της επαφής, στο σκοτάδι της σπηλιάς, στον άντρα και
τη γυναίκα που διώχνουν γλείφοντας τον φόβο του σαματά.
Ν’ αναγνωρίζεις εμπρός στον καθρέφτη το ίχνος,
την απουσία κορμιών που συνομιλούν πλεγμένα.
Να νιώθεις πως υπάρχει μια άγρια αγάπη έγκλειστη
για λόγους λογικής, καταδικασμένη εις θάνατον
από εξάντληση, δίχως να δοθεί σε άλλον κανέναν
παρά κυριευμένη από ένα μόνο πρόσωπο αναπόφευκτο.
Μέρες να διαβαίνεις σηκώνοντας το χέρι, σημαίνοντας την
επόμενη συνάντηση, μόνο και μόνο για να το μετανιώσεις.
Να μην αντέχεις το φόβο, τη δειλία,
τον τρόμοστον ήχο της φωνής.
Να δραπετεύεις σαν ελάφι, τρομαγμένο απ’ την ίδια του την
καρδιά, κραυγάζοντας ένα και μόνο όνομα
στη σιωπή κι έτσι να κάνεις θόρυβο,
να γεμίζεις με φωνές άλλες, μόνο και μόνο για να συνεχίσεις
να διαλύεσαι και να αυξάνεις τον τρόμο
που προκαλεί ένας παντοτινά χαμένος ουρανός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου