Κάπου ανταμώσαμε, μα ακριβώς δεν το θυμάμαι που.
Ίσως να φταις, μ’ άφησες να πιστέψω πως ήρθες να με δεις.
Σκαρί δαρμένο απ’ τον καιρό, έξω από μόλο ξένου λιμανιού,
απάγκιο γύρεψα, στο κάλος μέσα της αστρόλουστης μορφής.
Λες να ‘ναι ψέμα κι άλλο, που μπρος μου εσένανε θωρώ;
Η μήπως ονειρεύομαι, και βλέπω αυτά που εγώ θέλω να δω;
Έστω κι ας είναι όμως έτσι, εγώ σ’ όλους στ’ αλήθεια
θα σε μαρτυρώ.
Κανείς ποτέ δεν θα το μάθει, πως σκάρωσε όμορφο παιχνίδι
το μυαλό.
Μ’ αυτή την θύμηση την τόσο όμορφη, μαζί να μείνω
θέλω εγώ,
κι ας είναι τούτη η στερνή η ώρα, όπου χωρίζουν
η ανάσα απ’ την ψυχή.
Μην μου το αρνηθείς, λέγοντας πως αυτός είναι ο τρόπος
να γυρίσω στη ζωή.
Μου αρκεί που εγώ μαζί θα πάρω, δυο χείλη κόκκινη
μυρτιά παντοτινά μου να φιλώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου