Μπαινοβγαίνεις στο ποίημα.
Είναι που το ποίημα, είναι κράτος σου.
Ασπροβότσαλες οι λέξεις, οι φιλημένες,
απ' το θαλάσσιο κύμα.
Ποτάμιες οι λέξεις, οι μυρωδάτες του βουνού.
Κόκκινες οι λέξεις,
μ' όλα τα γράμματα, κάρβουνα άκαυτα,
στο λιβάνι του Έρωτα.
Σε μαθαίνει η Ομορφιά, όπως την μαθαίνεις κι εσύ.
Ένα δούναι και λαβείν, ευδαιμονικής ανάγκης.
Όταν το μετεωρολογικό δελτίο, δεν είναι σόι
κι έρχονται οι καταιγίδες,
δεν φεύγεις απ' το ποίημα,
το αδέξιο,
το θρασύ,
το στερημένο την ουράνια σαγήνη,
το τρομαγμένο.
Για μια έρμη φρασούλα, παιδεύεται εκείνο,
να κρατηθεί απ' τα μαλλιά του ουρανού,
να μην κουραστείς, εσύ,
στα πεπραγμένα της θύελλας,
Μπαίνεις, βγαίνεις και στέκεσαι στο ποίημα,
ως να γίνεις το Ποίημα
που δεν θα γραφτεί,
δεν θα διαβαστεί,
μα θα τραγουδηθεί
απ' τον Έρωτα,
όπως του πρέπει.
...Στέλλα Βρακά...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου