Φεύγουν τα χρόνια... Γιώτα Κλουτσούνη.

Ώρα τώρα καθόμουν 
απέναντι στο καφέ 
και την παρακολουθούσα 
να τρίβει τα χέρια της.
Τα κοιτούσε πότε πότε
κουνούσε το κεφάλι της
και ύστερα ξανά να τα τρίβει πάλι.

Ήταν γερασμένα
και φαινόντουσαν
πολύ ταλαιπωρημένα.
Φορούσε ένα λευκό σκούφο
και στο πρόσωπό της
είχε χαράξει ο χρόνος αυλακιές.

Κι όμως τα μάτια της...
Αυτά τα μάτια της έσφιζαν ζωή.
Είχαν δυό σπίθες μέσα τους...
Δύο φωτιές
που καρτερούσαν
την επόμενη στιγμή.

Έκανε το σταυρό της
και κάτι ψέλισε
μέσα απ' τα δόντια της.
Ίσως μιά προσευχή .
Ύστερα με κοίταξε...

Γύρισα το κεφάλι μου
ασυναίσθητα από την άλλη
μην καταλάβει
ότι τόση ώρα την παρατηρούσα.
Όταν ξαφνικά
ένοιωσα ένα χέρι στον ώμο μου.

-Έχεις φωτιά παρακαλώ;
Γύρισα και είδα
δυό καταπράσινα μάτια
να με κοιτούν.
Χάθηκα... σαν σε δάσος
σε σελίδα παραμυθιού.

Της άναψα το τσιγάρο
που είχε στα χείλη της
και με ευχαρίστησε
με ένα χαμόγελο.
Έφυγε και κάθησε πάλι
στο πεζούλι του απέναντι μαγαζιού.

Τώρα... ένοιωθα εγώ
τα μάτια της πάνω μου.
Κάθε φορά που την κοιτούσα
ήταν εκείνη που με παρατηρούσε.
Άραγε τί να σκέφτεται;
αναρωτήθηκα...

Κοίταξα το ρολόι μου...
Η ώρα ήταν περασμένες οκτώ.
Έπρεπε να γυρίσω πίσω.
Φώναξα το σερβιτόρο να πληρώσω
και σηκώθηκα να φύγω.

Σηκώθηκε κι εκείνη
και ήρθε προς το μέρος μου.
Έσκυψε... σαν να μην ήθελε
να ακούσει κανείς άλλος
αυτό που θα μου έλεγε:

-Η ζωή περνάει γρήγορα...
Να ζεις στιγμές
μέσα στη μέρα σου
που θα σε γεμίζουν.
Να αγαπάς...

Όχι μόνο τους ανθρώπους...
Να αγαπάς τα ζώα
πιό πολύ... και τη φύση.
Και να σε φροντίζεις...
Όχι μόνο εξωτερικά...
Το μέσα σου να κανακεύεις.
Η ψυχή σου να είναι
σαν μικρού παιδιού.

Κοίτα με...
Κοίτα τα μάτια μου.
Εκεί θα δεις την ψυχή μου.
Τα χέρια μου
και το πρόσωπό μου γέρασαν.
Η ψυχή μου όμως...
Είναι ένα μικρό παιδί
που κρυφογελάει ακόμα
λες κι έχει κάνει κάποια ζαβολιά.

-Μην αφήσεις τους ανθρώπους
να βλάψουν την ψυχή σου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου