Αγάπη και Γιώργος... Σοφία Σταθαρού.

Στα μέσα τις δεκαετίες του '90, κάπου στο Παγκράτι μένει, η Αγάπη. Μια γλυκιά κοπέλα, που έχει μόνο αγάπη για όλους.
Ένα πρωινό του Αυγούστου την πήρε η ξαδέρφη της να περάσουν το Σαββατοκύριακο μαζί, στο εξοχικό της. Υπηρχε και ένα πάρτι στην παραλία και ήθελε να την πάρει μαζί
Οι γονείς της Αγάπης, ήταν πολύ αυστηροί και παλαιών αρχών.
Η μόνη διέξοδος της ήταν η Μαρία, η αγαπημένη της ξαδέρφη, που πάντα έβρισκε τρόπο να την παίρνει μαζί της.
Σε εκείνο το πάρτι γνώρισε τον Γιώργο. Μολις τον είδε, τον ερωτεύτηκε αμέσως, και όπως ήταν και αμαθή, έπεσε με τα μούτρα στον έρωτα. Από εκείνη την μέρα, οι δυο τους ήταν αχώριστοι και δεν είχαν μάτια ο ένας για τον άλλον.
Οι μήνες περνούσαν και αυτοί ήταν ποιο ερωτευμένοι από ποτέ.
Μια μέρα η Αγάπη, άρχισε να νιώθει περίεργα.
Τότε κατάλαβε. ΉΤΑΝΕ ΕΓΚΥΟΣ
Εκείνη την ώρα ήθελε να πέσει από το μπαλκόνι ,η να πιει ένα μπουκάλι χάπια. Άρχισε να κάνει τρομακτικές σκέψεις.
Τι θα έλεγαν οι δικοί της; Τι θα έλεγε ο κόσμος;
Ο Γιώργος;
Μόλις είχε τελειώσει το στρατιωτικό του και έψαχνε για δουλειά.
Πώς θα μεγαλώσει αυτό το παιδί;
Ήταν ικανή ένα παιδί να μεγαλώσει ένα άλλο παιδί;
Ήταν δεν ήταν 20 χρόνων, και οι εποχές τότε, ήταν πολύ δύσκολες! Πήρε θάρρος και μίλησε στο Γιώργο.
Έσκυψε το κεφάλι έβαλε τα κλάματα και με λυγμούς του είπε:"είμαι έγκυος". "Τι θα κάνουμε;"
Ο Γιώργος πέταξε από την χαρά του και τις είπε "δεν πειράζει αφού ήθελε ο Θεός.
Την Κυριακή θα έρθω να σε ζητήσω από τους γονείς σου."
Η Κυριακή ήρθε και η Αγάπη ήταν σε αναμμένα κάρβουνα. Δεν είχε αναφέρει τίποτα στις δικούς της, γιατί φοβόταν πως θα αντιδράσουν. 
Το κουδούνι χτύπησε και η Κύρια Κατίνα άνοιξε την πόρτα. Όταν αντίκρισε μπροστά της τον Γιώργο τα έχασε.
"Καλησπέρα, είναι μέσα ο κύριος Κωστής; θέλω να του μιλήσω."
Μόλις άκουσε η Αγάπη την φωνή του Γιώργου, νόμιζε ότι θα λιποθυμήσει. Άρχισε να ανακατεύεται και δεν ήξερε αν φταίει η εγκυμοσύνη της ή φοβόταν την αντίδραση των γονιών της.
Άρχισε να παίρνει βαθιές ανάσες και να προσπαθεί να συγκρατήσει τον πανικό που της προκαλούσε ταχυπαλμια, ανακατωσουρα και ότι άλλο ένιωθε.
Μόλις είδε τον Γιώργο έσκυψε το κεφάλι και δεν είπε κουβέντα.
Ο Γιώργος της έριξε ένα βλέμμα όλο νόημα, και μόλις είδε ότι κοίταζε η κυρία Κατίνα έσκυψε το κεφάλι και προχώρησε προς το σαλόνι. 
Όταν κάθισαν οι άντρες να τα πουν, οι γυναίκες πήγαν στην κουζίνα, ήταν διαταγή της κεφαλής του σπιτιού.
Ο κύριος Κωστής ήταν απόλυτος σε τέτοια θέματα.
Όταν έρχονταν κάποιος για να πουν για δουλειά, οι γυναίκες έπρεπε να κάθονται στην κουζίνα.
Μόλις κάθισαν στην κουζίνα η κυρά Κατίνα δεν έχασε ευκαιρία και ρώτησε την Αγάπη:"πες μου τι τρέχει; τι θέλει αυτός εδώ;;με αυτόν τραβιέσαι;"
Η Κακομοίρα η Αγάπη δεν είπε τίποτα έσκυψε το κεφάλι και άρχισε να κλαίει.. Η μάνα κατάλαβε.. "Σε έχει πειράξει;"
Η Αγάπη συνέχισε να κλαίει και με λυγμούς είπε "είμαι έγκυος"!!.
Η μάνα της μόνο που δεν σωριάστηκε στο πάτωμα."τι λες μωρή; Ξέρεις τι θα γίνει άμα το μάθει ο πατέρας σου; Θα σε σκοτωσει, το ξέρεις;" "Εγώ τον αγαπώ και θα τον παντρευτώ.."
Δεν πρόλαβε να τελειώσει την κουβέντα η Αγάπη και άκουσε τον πατέρα της να φωνάζει"φύγε από δω τώρα... Άκου θες να σου δώσω την κόρη μου; Τι θα τρώτε; Την αγάπη σας;"
Ο Γιώργος έφυγε τρέχοντας από το σπίτι και έκλεισε την πόρτα δυνατά πίσω του. Ο πατέρας έπιασε την Αγάπη από το μαλλί και την κλείδωσε στο δωμάτιο. "Θα μείνεις κλειδωμένη εδώ μέχρι να αποφασίσω εγώ να φύγεις. Καταλαβες;"
Η Αγάπη άρχισε να κλαίει και να φωνάζει.
" Εγώ τον αγαπώ και θα τον πάρω, είμαι έγκυος ακούς;"
Ο πατέρας έφυγε θυμωμένος και πήγε στον καφενέ.
Εκεί βρήκε το φίλο του τον Σπύρο του είπε ακριβώς τι συνέβη.
Ο Σπύρος ήταν ένας παχύς 35 αρης πλούσιος. Είχε σπίτια τα νοίκιαζε, επερνε τα νοίκια και τα έτρωγε στον καφενέ.
Ήταν ανύπαντρος και είχε βάλει από καιρό την Αγάπη στο μάτι.
Η Αγάπη ήταν μικρή και σαν τα κρύα τα νερά, ότι έπρεπε για γυναίκα του. 
Οι δύο άντρες συμφώνησαν να γίνει ο γάμος την άλλη βδομάδα. Πριν φανεί η κοιλιά της Αγάπης. Όταν το άκουσε η Αγάπη έπεσε να πεθάνει από την στεναχώρια της.
Όμως η καλή της Μαρία ήταν πάλι εκεί για να την σώσει.
Είπε στο Γιώργο τα πάντα και εκείνος είπε,"Άστο πάνω μου.."
Την μέρα του γάμου ή Αγάπη ήταν σαν να πήγαινε σε κηδεία, όχι στο γάμο της.. Βλέπετε ήταν κλειδωμένη συνέχεια και δεν ήξερε τα σχέδια του Γιώργου.
Ο Γιώργος είχε κρυφτεί πίσω από τις φυλλωσιές του δέντρου.
Περίμενε υπομονετικά, ποτέ θα βγει από το σπίτι νύφη η Αγάπη.
Μόλις είδε την Αγάπη, έβαλε μπροστά το αυτοκίνητο που είχε αγοράσει με τις λίγες οικονομίες του σταμάτησε μπροστά της και άνοιξε την πόρτα.
Η Αγάπη μπήκε τρέχοντας μέσα και το αυτοκίνητο εξαφανίστηκε.
Ο κύριος Κωστής ήταν σε μαύρα χάλια για το ρεζίλι που τον βρήκε. Δεν ήθελε να ξέρει τίποτα για την κόρη του.
Γι' αυτόν είχε πεθάνει. Δεν είχε μούτρα ούτε στον καφενέ να πατήσει. Η κυρά Κατίνα δεν μπορούσε να πει τίποτα. Οτι έλεγε η κεφαλή του σπιτιού το έκανε.
Ο Γιώργος και Αγάπη έκαναν ένα πανέμορφο κοριτσάκι που ήταν ίδια ο μπαμπάς της, με την διαφορά ότι είχε πάρει τα πράσινα μάτια της μαμάς της. Τα παιδιά εκείνη την μέρα έφυγαν από την Αθήνα, κανένας δεν ξέρει που πήγαν. Μόνο ο φύλακας άγγελος της Αγάπης η Μαρία, που ποτέ, δεν είπε τίποτα σε κανένα.
Ακόμα και σήμερα κανένας δεν ξέρει που βρίσκονται αν έχουν αλλάξει το όνομα τους, η αν έχουν άλλα παιδιά..
Ποτέ κάνεις δεν άκουσε για την Αγάπη ή τον Γιώργο.
Κανείς δεν γνωρίζει αν είναι αληθινή ιστορία η ψεύτικη που άλλαξε με τα χρόνια.
Ίσως μόνο η Μαρία, αλλά ακόμα και αυτή δεν γνωρίζουμε αν είναι υπαρκτό πρόσωπο.


 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου