Κρατούσες πάντα
μια λευκή κόλα χαρτί ,
λευκή όπως είναι οι μέρες
και οι νύχτες σου ,
στο φως και στο σκοτάδι ,
να ψάχνεις ένα χάδι ένα φιλί ,
μια αγκαλιά να σε χωρέσει ...
Πονάει η μοναξιά το ξέρω ,
δύσβατος δρόμος μα και
σκληρός για ανθρώπινες αντοχές ...
Κι όμως αντέχεις ακόμα ,
να ζωγραφίζεις
πάνω σε ένα λευκό χαρτί ,
να βάλεις χρώματα για
να υπάρχει λίγο ομορφιά ,
μέσα σε ένα άχρωμο κόσμο ...
Κι αφουγκράζεσαι τη θάλασσα
μιλάς μαζί της , παίρνεις
και δίνεις τη ψυχή σου ,
η ανάγκη να μοιράζεσαι ...
Ο κόσμος μας βλέπεις ,
έγινε τόσο πλούσιος
κρατάει το βιός του , σφιχτά ,
δεν θέλει να πάρει μα
ούτε και να δώσει ...
Βολεύτηκε στη μοναξιά ,
την γέμισε με άψυχα πράγματα ,
κοίτα που με τον καιρό
έγινε κι αυτός άψυχος ,
μα δεν το καταλαβαίνει ...
Ζωγράφισε λοιπόν
στην λευκή σου κόλα ,
και φτιαξε όλα αυτά που θέλεις ,
δώστους ζωή ...
Φτιάξε το δικό σου κόσμο
όπως τον ονειρεύτηκες ,
σκόρπισε παντού ελπίδα
αυτή αντέχει , και που ξέρεις ,
ίσως κάποτε , το όνειρό σου ,
να γίνει αληθινό , να ζωντανέψει ,
και να ξυπνήσεις σε ένα κόσμο
όπως τον ονειρεύτηκες ...
Εξάλλου δεν ακούς που λένε,
η ελπίδα πεθαίνει τελευταία ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου