Γιατί δεν μιλάς;
Ο φόβος είχε κατοικήσει στο βλέμμα της
από τα πρώτα λεπτά της ευτυχίας.
Στην πρώτη ανάσα του παιδιού,
στο τρυφερό της χάδι, στα πρώτα τους βήματα,
σε κάθε νέο ξεκίνημα , ήταν εκεί.
Μα σιωπούσε.
Γιατί δεν μιλάς;
Πονάω.
Πληγές που αιμορραγούσαν στην αγνή ψυχή της
κρύβονταν πίσω από ένα χαμόγελο.
Στις αγκαλιές των σπλάχνων της μάζευε την αντοχή της και περίμενε..
Γιατί δεν κοιτάς;
Ντρέπομαι, και η ζωή πονάει.
Έτσι της είπαν.
Το τέλος ήταν μπροστά της, μα δεν ήθελε να δει.
Απόψε ο θάνατος γυρίζει έξω από το σπίτι.
Έκοψε βίαια τα χειμωνιάτικα άνθη που δεν πρόλαβαν
να μεγαλώσουν με την πνοή της ηλιαχτίδας τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου