Σπίτια από Χαρτόνι... Κτενα Ρουλα.

καπου στον πλανητη σε εναν εμφυλιο....
_Διψάω πολύ
_Έχουν μπει χαλίκια στα πόδια μου
_Πεινάω
_Πονάω
_Γιατί θέλουν να μας σκοτώσουν
αφού δεν κάναμε τίποτα
_Δυο φτερά, μακάρι να είχα δυό φτερά.
Απ'το παιχνίδι μας πήραν
Πάτησαν τις τριανταφυλλιές
Είπαν ήταν πόλεμος μα,οι φαντάροι
με τα όπλα ήταν απ'το χωριό μας.
Του χρόνου γίνομαι δώδεκα.
Μακάρι να αργήσει να έρθει του χρόνου.
Οι φαντάροι μαζεύουν τα δωδεκάχρονα
και τα σκοτώνουν γιατί είναι λέει πουτάνας γιοί,
και τα κορίτσια τα βιάζουν και τα σκοτώνουν
προτού γίνουν και αυτά πουτάνες και κάνουν άλλους γιούς.
Βρέχει συνέχεια
Καλύτερα, έτσι κανείς δεν μπορεί να
δει τα δάκρυα στα μάτια μου.
Μιά μέρα,ήρθαν οι Αμερικάνοι.
Είπαν θα μας βοηθήσουν,μας μοίρασαν τσίχλες..
Το πρωί βρήκαμε τον θείο Μάριο στον δρόμο.
Η μαμά έκλαιγε και φώναζε γιατί, γιατί;;
Έπιασα δουλειά στο λεωφορείο παρασωφέρης!
Ήρθαν στο σχολείο.
Πήραν τον Μάριο,τον Μοράλες,τον Ρομπέρτο,
ακόμα και τον Τέκο κι ας ήταν μόνο δέκα.
Θα σας κάνουμε στρατιώτες σαν εμάς .. είπαν..
Το βράδυ φτιάξαμε χάρτινα φαναράκια.
Ήρθαν και τα κορίτσια.
Έλεγα ότι είναι πιο άσχημες και από βατράχια ,
μετά όμως η Μαρία με φίλησε για καληνύχτα...
Μια νύχτα που η βροχή χτύπαγε τον τσίγκο ήρθε
ο θείος Μπέτο και γελούσαμε χαρούμενοι.
Μετά άρχισαν να πέφτουν σφαίρες και η αδελφή μου
Ανχελίτα είχε τα μάτια ανοιχτά μα,δεν μας έβλεπε πια.
Πόσο λυπημένη ακούγεται η βροχή
πάνω στις στέγες από χαρτόνι.
Τί λυπημένος που ζει ο λαός μου
μέσα σε σπίτια από χαρτόνι.
Εκατομμυριούχοι από σκουλήκια....
Κοίτα πόση δυστυχία υπάρχει
Η πόλη λίγο πιο κάτω χάνεται στον ιστό της
Παιδιά, χρώματα της γης μου
με τις ίδιες ουλές
Πόσο αβάσταχτη είναι η δυστυχία!
Σήμερα είναι όπως και χτες
μια μέρα δίχως αύριο
(Casas de carton/ Σπίτια από χαρτόνι)
Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς....
Παιδί μου μην μ αφήνεις
Μην κλαίς Τσάβα
Ο θείος έφυγε με τους αντάρτες
Λύσαμε τις ασκήσεις με την Μαρία και ύστερα
ανεβήκαμε στην στέγη να δούμε τον κόσμο.
Οι φαντάροι χτύπησαν τον πάτερ
και άρπαξαν δύο κορίτσια.
Ο θεός δεν έκανε τίποτα ,δεν ήταν παρών.
Κοίτα αυτή την αβάσταχτη δυστυχία!
Αυτός ο καταραμένος πόλεμος
δεν θα τελειώσει με προσευχές
..είπε η γιαγιά και ύστερα
μου έδωσε ένα ζουμερό αχλάδι.
Πυροβολούν το σχολείο!
Στρατιώτες; Αντάρτες;
Όλες οι σφαίρες είναι ίδιες.
Όλων το αίμα είναι κόκκινο.
Ο πάτερ δεν έκανε λειτουργία στην εκκλησία
Μίλησε στον δρόμο για να τον ακούν
και αυτοί που κρατούν όπλα.
Έκλεισαν για πάντα το σχολείο.
Για άλλη μια φορά πήραμε τον μεγάλο δρόμο.
Πήγαμε στης γιαγιάς, εκεί στην μεγάλη αχλαδιά.
Είχαμε πάλι ένα σπίτι.
Δεν έχω εσένα,μου λείπουν τα μάτια σου...
Μια μέρα στο ποτάμι ήρθε ο φίλος μας,
κρατούσε όπλο,μας είπε πως φτάνει η ώρα μας.
Εδώ στην χώρα μου είναι όλες οι φυλές.
Η χώρα μου είναι η καρδιά μου
που όλοι θέλουν να την πληγώσουν.
Το μόνο που ζητώ,
να τραγουδάω ελεύθερα στην χώρα μου.
Έγινα δώδεκα!
Τραγούδησες για τα γενέθλιά μου.
Αγαπώ τα μάτια σου.
Κρυφτήκαμε στις στέγες.
Δεν μας βρήκαν σήμερα.
Ήρθα να σε βρω, νόμισα πως λάθεψα τον δρόμο.
Έχω ανάγκη να σε δω
Έχω χίλιους λόγους να σε περιμένω
Ο αέρας μυρίζει το άρωμά σου
Έχω λόγους να σε γυρέψω
Όλη η ευτυχία σε ένα κομμάτι
απ'το φόρεμα σου στα ερείπια
Θα γυρέψω στον άνεμο
να φέρει τη μορφή σου
Δεν είναι πια ίδιος ο κόσμος
Είμαι δώδεκα!
Πήγα στους αντάρτες, κρατούν όπλα.
Ήρθαν οι φαντάροι, κρατούν όπλα.
Η βροχή πήρε μακριά το τρανζίστορ μου.
Μας οδηγούν μακρυά,
στα δέντρα κρέμονται άνθρωποι.
Ο λαός μου πάλι χωρίς σπίτι.
Το ποτάμι δεν τραγουδά ,μας έβαλαν στα γόνατα.
Κανείς δεν έκλαψε.
Τριγύρω θάνατος!
Ο αέρας φωνάζει το όνομά μου....Τσάβαααααα......
Τα σπίτια καίγονται.
Στα χείλη μου κυλάει ζεστό, ζουμερό αχλάδι.....
Τί δυστυχισμένα ζούν τα παιδιά
μέσα σε σπίτια από χαρτόνι!
Τί ευτυχισμένα ζουν τα σκυλιά
στα σπίτια των εκμεταλλευτών!
Κτενα Ρουλα
(Εμπνευσμενο απο το τραγουδι
(Casas de carton/ Σπίτια από χαρτόνι)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου