
Ήταν τόσο ατίθαση η ψυχή της, που μπορούσε να δαμάσει το μυαλό μου, ένα μυαλό άγριο σαν θεριό, ανυπότακτο, φτιαγμένο από φλόγες και άνεμο. Δεν το έδεσε με αλυσίδες, δεν το λύγισε με βία το παρέσυρε σαν ποτάμι που ξέρει τον δρόμο του, σαν θύελλα που σε κάνει να την ακολουθήσεις. Είχε το βλέμμα της, που κουβαλούσε καταιγίδες, τα χείλη της, που μιλούσαν τη γλώσσα της φωτιάς, και τα χέρια της, που αντί να αρπάξουν, χάραζαν μονοπάτια μέσα μου. Έβαζε τάξη στο χάος μου χωρίς να το σβήσει, το έκανε να χορέψει με το δικό της ρυθμό, σαν την αρμονία μέσα στην άγρια φύση. Ηταν ατίθαση, και γι' αυτό την άφησα να με δαμάσει. Ίσως γιατί το άγριο δεν δαμάζεται με αλυσίδες, αλλά με ελευθερία. Και εκείνη ήταν η ελευθερία μου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου