Το Όνειρο... Θανάσης Παμπόρης.

-Λοιπόν, Κωστή, καμιά φορά-
Τον διέκοψε ο Κωστής πιάνοντας τον από το μπράτσο.
– Άφησε πρώτα να σου πω το όνειρο που είδα χθες
το βράδυ γιατί θα το ξεχάσω.
–Και βέβαια προέχει το όνειρο έλα πες το μου μα σιγά σιγά,
μη βιάζεσαι για να είναι η μνήμη ελεύθερη και να το βγάλει
ακέριο όπως το είδες.
– Εντάξει. Είδα την ψυχή μου, να γλιστρά και σαν κλέφτης
να βγαίνει από το κουφάρι μου, άκου όνειρο.
Ύστερα πήρε την στράτα της ανηφοριάς
σκουντουφλώντας στα χαλίκια.
Το κουφάρι μου ακολουθούσε, μα τα πόδια του
δεν πήγαιναν σαν να είχαν βαρίδια και ο μαγνήτης
της γης τα τραβούσε κι αυτά κολλούσαν στις πέτρες.
Η ψυχή μου ρουφούσε το άρωμα της ανθισμένης σουσούρας
πού κολυμπούσε στο νερό της ρεματιάς και η μουσική
του αέρα χάιδευε τις κορφές του βουνού που στον λαιμό του
δυο κοτρόνες, μάτια ολάνοιχτα αφημένα στο ανεμόδαρτο.
Ένα δέντρο ήταν αγκαλιά με τις κουμαριές και έκαναν έρωτα.
Η ψυχή έκανε νόημα στο κουφάρι μου να φύγει, δεν ήθελε
να την ακολουθεί.
Πιο πάνω οι κρανιές γειτόνευαν με τα μελτσίκια της οξιάς
και χωράτευαν κάτω από τη σκιά του χθες.
Στα άκρα των πελμάτων τους τα χόρτα έμοιαζαν με ξέφτια
μιας χαμένης λογικής και η ψυχή μου ανάλαφρη πρυτάνευε
στην κορυφή της αιωνόβιας οξιάς.
Πιο πέρα από το λαιμό το ζικ – ζακ ενός ερωτηματικού
και στο ξέφωτο ολόρθο το θαυμαστικό. Τα ασημί στάχυα
ψιθύριζαν και η ψυχή στο πλατύσκαλο θωρούσε το κουφάρι
της που των θνητών τα χέρια, ξέσκιζαν την σάρκα.

(Απόσπασμα από τι μυθιστόρημά μου ΑΝΤΙΟ ΦΙΛΟΙ)
Θανάσης Παμπόρης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου