Ο Γιάννης Κουτσοπόδης ήταν ένας άντρας που εργαζόταν
ως ξυλοκόπος. Μια μέρα, ο Γιάννης αγόρασε ένα
ηλεκτρικό πριόνι πιστεύοντας ότι θα τον διευκόλυνε
πολύ στη δουλειά. Η ιδέα του θα ήταν πολύ επιτυχημένη,
αν είχε προνοήσει να μάθει πρώτα να χειρίζεται
το πριόνι — αλλά δεν το έκανε.
Ένα πρωί, ενώ δούλευε στο δάσος, το ουρλιαχτό ενός λύκου
έκανε τον ξυλοκόπο να χάσει την συγκέντρωσή του…
Tο ηλεκτρικό πριόνι τού γλίστρησε από τα χέρια,
και ο Γιάννης τραυματίστηκε σοβαρά στα δυο του πόδια.
Τίποτα δεν μπόρεσαν να κάνουν οι γιατροί για να τα σώσουν,
κι έτσι ο Γιάννης Κουτσοπόδης —σαν θύμα της προφητικής
μοίρας που έφερε τ’ όνομά του—, έμεινε ακρωτηριασμένος
πάνω σε μια αναπηρική πολυθρόνα για την υπόλοιπη ζωής του.
Ο Γιάννης έπεσε σε κατάθλιψη για πολλούς μήνες εξαιτίας
του ατυχήματος. Μετά από ένα χρόνο, φάνηκε ότι
λίγο λίγο άρχιζε να καλυτερεύει. Ωστόσο, κάτι συνωμότησε
ενάντια στην ψυχική του ανάρρωση και, ξαφνικά,
ξανάπεσε στη βαθιά και απύθμενη κατάθλιψη.
Οι γιατροί τον έστειλαν στον ψυχίατρο.
Ο Γιάννης Κουτσοπόδης, αφού αντιστάθηκε λίγο, πήγε να
επισκεφθεί έναν ειδικό. Ο ψυχίατρος ήτανευχάριστος και ήρεμος.
Ο Γιάννης ένιωσε αμέσως εμπιστοσύνη και του διηγήθηκε
εν συντομία τα γεγονότα που τον είχαν οδηγήσει σε αυτήν την
ψυχολογική κατάσταση. Ο ψυχίατρος του είπε πως καταλάβαινε
την κατάθλιψή του. Η απώλεια των ποδιών ήταν, πράγματι,
μια αιτία που δικαιολογούσε την αγωνία του.
«Δεν είναι αυτό, γιατρέ» είπε ο Γιάννης
«Η κατάθλιψή μου δεν έχει να κάνει με την απώλεια
των ποδιών μου. Δεν είναι η αναπηρία που με ενοχλεί
πιο πολύ. Αυτό που με πονάει περισσότερο είναι η αλλαγή
στη σχέση μου με τους φίλους μου.» Ο ψυχίατρος άνοιξε
τα μάτια κι έμεινε να τον κοιτάζει περιμένοντας εξηγήσεις.
«Πριν το ατύχημα, οι φίλοι μου έρχονταν κάθε Παρασκευή να με βρουν για να πάμε για χορό. Μια-δυο φορές τη βδομάδα μαζευόμασταν για να βουτήξουμε στο ποτάμι και να παραβγούμε στο κολύμπι. Μέχρι λίγες μέρες πριν από την εγχείρησή μου, πηγαίναμε τις Κυριακές για τρέξιμο δίπλα στη θάλασσα. Ωστόσο, φαίνεται πως εξαιτίας αυτού του ατυχήματος, όχι μόνο έχασα τα πόδια μου, αλλά και οι φίλοι μου έχασαν την όρεξή τους να μοιράζονται πράγματα μαζί μου. Κανένας τους δεν με έχει ξανακαλέσει από τότε, πουθενά.
Ο ψυχίατρος τον κοίταξε και χαμογέλασε.
Του ήταν δύσκολο να πιστέψει ότι ο Γιάννης Κουτσοπόδης
δεν καταλάβαινε πόσο παράλογος ήταν ο συλλογισμός του…
Ωστόσο, ο ψυχίατρος αποφάσισε να του μιλήσει ανοιχτά
για την περίπτωσή του. Αυτός ήξερε καλύτερα απ’ όλους
ότι το μυαλό κρύβει ειδικούς μηχανισμούς που μπορεί
να καταστήσουν κάποιον άνθρωπο εντελώς ανίκανο
να αντιληφθεί τα προφανή και αυτονόητα.
Ο ψυχίατρος εξήγησε στον Γιάννη Κουτσοπόδη ότι οι φίλοι του
δεν τον απέφευγαν επειδή δεν τον αγαπούσαν ή επειδή
τον απέρριπταν. Αν και ήταν οδυνηρό, το ατύχημα
είχε αλλάξει την πραγματικότητα. Είτε του άρεσε είτε όχι,
δεν ήταν πια ο ιδανικός σύντροφος για όσα μοιράζονταν πριν.
«Μα, γιατρέ» τον διέκοψε ο Γιάννης Κουτσοπόδης
«εγώ ξέρω ότι μπορώ να κολυμπήσω, να τρέξω,
ακόμα και να χορέψω. Ευτυχώς, έχω μάθει να χειρίζομαι
άριστα την αναπηρική μου καρέκλα
και τίποτ’ απ’ αυτά δεν μου είναι εμπόδιο.»
Ο γιατρός τον ηρέμησε και συνέχισε να του εξηγεί.
Οπωσδήποτε, δεν είχε τίποτα εναντίον στο να συνεχίσει
να κάνει τα ίδια πράγματα- αντιθέτως, ήταν πολύ σημαντικό
να μην τα παρατήσει. Απλώς, ήταν δύσκολο να συνεχίσει
να προσπαθεί να τα μοιραστεί με τους παλιούς του φίλους.
Ο ψυχίατρος εξήγησε στον Γιάννη ότι, στην πραγματικότητα,
μπορούσε να κολυμπήσει, αλλά θα έπρεπε να συναγωνιστεί
αυτούς που είχαν την ίδια δυσκολία με τον ίδιο…
Ότι μπορούσε να πάει για χορό, αλλά σε κάποια λέσχη
με άλλους που επίσης δεν θα είχαν πόδια…
Μπορούσε να προπονείται δίπλα στη θάλασσα, αλλά
θα έπρεπε να μάθει να το κάνει με άλλους ανάπηρους.
Ο Γιάννης έπρεπε να καταλάβει ότι οι φίλοι του δεν θα ήταν
πια μαζί του όπως πριν, γιατί τώρα οι συνθήκες
μεταξύ τους ήταν πολύ διαφορετικές… Δεν ήταν πια όμοιοι.
Για να μπορέσει να κάνει αυτά που επιθυμούσε —
και άλλα περισσότερα—, θα ήταν καλύτερα να συνηθίσει
να τα κάνει με τους ομοίους του. Θα έπρεπε, λοιπόν,
να αφιερωθεί στο να δημιουργήσει νέες σχέσεις με ανθρώπους
σαν κι αυτόν. Ο Γιάννης αισθάνθηκε σαν να τραβήχτηκε
ένα πέπλο μέσα στο μυαλό του,
κι αυτή η αίσθηση τον γαλήνεψε.
«Είναι δύσκολο να σας εξηγήσω πόσο ευγνώμων σας είμαι
για τη βοήθειά σας, γιατρέ» είπε ο Γιάννης. «Με έφεραν εδώ
οι φίλοι σας σχεδόν με το ζόρι, αλλά τώρα βλέπω πως είχαν
δίκιο. Κατάλαβα το μήνυμά σας και σας βεβαιώνω πως θα
ακολουθήσω τις συμβουλές σας, γιατρέ. Ευχαριστώ πολύ,
η επίσκεψή μου εδώ ήταν πραγματικά πολύ χρήσιμη.
«Νέες σχέσεις με ανθρώπους σαν κι εμένα»
επαναλάμβανε ο Γιάννης για να μην το ξεχάσει.
Και τότε, ο Γιάννης Κουτσοπόδης βγήκε από το ιατρείο
και γύρισε σπίτι του…Έβαλε μπρος το ηλεκτρικό του πριόνι…
Σχεδίαζε να κόψει τα πόδια όλων των φίλων του,
κι έτσι να “δημιουργήσει” κάποιους σαν κι αυτόν.
Ιστορίες Να Σκεφτείς Χορχέ Μπουκάι
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου