Έπαψα να ζητώ,
έπαψα να θέλω,
έπαψα να σε λατρεύω, ματαιότητα μου,
κι ένοιωσα λεύτερος...
Θέλησα να βλέπω αλλιώς μες το θαμπό του κόσμου,
άρχισα στο ανέλπιδο να ελπίζω,
άρχισα να ζωγραφίζω όνειρα
ακόμη και στην στάχτη του πολέμου,
άρχισα να χαρίζω χαμόγελα στο παιδί με τα δάκρυα,
άρχισα να καίω την φωτιά του ολέθρου μου...
Έπαψα να σκοτώνομαι κι αγάπησα να θυσιάζομαι
από μένα για τ' όνειρο.
Έπαψα να κλαίω καρτερώντας κι αποφάσισα
να περπατήσω αναζητώντας...
Τα "Σ' αγαπώ" τα άχρηστα τα πέταξα,
τα φιλιά της ηδονής μου τα κράτησα.
Μου έστελναν καρφιά κι εγώ κρεμούσα αστερίες
στους τοίχους μου και πολύχρωμα τραυματισμένα αστέρια.
Μου έστελναν βροχές κι ανταροκαταιγίδες
και φύτεψα δέντρα.
Ρίξαν στο χωράφι μου αλάτι για να μην ξανακαρπίσει
κι εγώ το έκανα θάλασσα
να κολυμπάνε τα παιδιά και να ψαρεύω...
Με μίσησαν και τους ειρωνεύτηκα,
με έκλεψαν και τους βοήθησα, έτσι,
για να γίνουν πιο φανερά τα σκουπίδια...
Γέλασα, έκλαψα, γέρασα, ξανάνοιωσα,
παράτησα ό,τι με πίκραινε κι ένοιωσα λεύτερος...
(Ποίηση, φωτογραφία Δημήτρης Καλλιμάνης).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου